Είναι παράξενα κίτρινη μέσα στο μπλε. Ανάβει το τελευταίο σπίρτο της θύμησής του. Όταν χαράξει, τα σημάδια θα ζουν στη γλώσσα τους. Στο άγγιγμα του δέρματος οι πόροι ανοίγουν και μπαίνει. Η ηδονή. Όλη η θάλασσα χύθηκε πάνω της.



(απόσπασμα από το κείμενο "ΧΩΡΑ")

Κυριακή 13 Ιουλίου 2025

Ρούλα Ν. - Γράμμα στον Πατέρα μου | Κείμενο για τη γιορτή του πατέρα


Σε παρακαλώ να έρχεσαι στο όνειρό μου, Πατέρα.

Αυτή τη ζεστασιά στην παλάμη μου εσύ, μπαμπά, για άλλη μια σπάνια φορά μου χάρισες όταν ήρθες στο όνειρό μου πριν λίγες μέρες. Τότε σου είπα: «Τι όμορφα να είσαι εδώ μαζί μου!» Το ξέρεις πως σε χρειάζομαι αυτόν τον καιρό που περνάω δύσκολα με την υγεία μου και ήρθες, χωρίς καν να στο ζητήσω...

Όταν ήσουν εδώ, στο πατρικό μας σπίτι, μαζί μας, πατέρα, δεν σου είχα πει ποτέ πόσα προβλήματα υγείας με παιδεύανε από κοπέλα νεαρή, γιατί δεν ήθελα να σε βαραίνω. Πάντα αγχωνόσουν με τις δυσκολίες μας ‒ κυρίως τα επαγγελματικά, τις σπουδές μας, την υγεία μας. Ήθελες όλα να είναι βολικά, δίκαια, να είμαστε προστατευμένες από ό,τι θεωρούσες κίνδυνο (είτε πραγματικούς κινδύνους είτε εκείνους τους φαντασιακούς που μεγέθυνες στον νου σου)...

Τώρα πια δεν σου ρίχνω άδικο. Έγινα κι εγώ μητέρα. Μου χάρισε ο Θεός δύο αγγέλους και αγωνιώ συνέχεια να είναι και τα δικά μου παιδιά ασφαλή. Όμως πιο μεγάλη είναι η αγωνία μου να είναι χαρούμενα, να γελάνε!

Ξέρω πια πως οι φόβοι σου, οι φωνές σου κι οι εκρήξεις σου είχαν στο βάθος τη μεγάλη σου αγωνία θανάτου. Έχασες τον δικό σου πατέρα όταν ήσουν ένα ευάλωτο αγόρι, δεκατριών ετών. Δεν έμαθες ποτέ από τι χάθηκε. Δεν τον κλάψατε ποτέ με την αγαπημένη μου γιαγιά και μητέρα σου. Τον χάσατε στην Κατοχή, όπως και τα άλλα επτά αδέλφια σου. Η γιαγιά μου γεννούσε κι έχανε τα μωρά της από τη φτώχεια και την ασθένεια. Μόνο εσύ της έμεινες – ο αγαπημένος της. Και σε λάτρεψε σε όλη της τη ζωή. Για σένα υπήρχε, και για την οικογένεια που έφτιαξες.

Μπαμπά, τι πόνο και πόσα ανεκπλήρωτα όνειρα άραγε έκρυβες μέσα σου; Ήθελες να γίνεις ζωγράφος κι αναγκάστηκες να γίνεις δημόσιος υπάλληλος για τα προς το ζην. Πέρασες στην Πάντειο με εκείνες τις Γενικές Εξετάσεις του 1948, της μετακατοχικής περιόδου, κι αναγκάστηκες να την εγκαταλείψεις όταν σε έκοψε ο καθηγητής γιατί βοήθησες έναν συμφοιτητή σου, και δεν είχες λεφτά να ξαναγραφτείς στο επόμενο έτος.

Το σπίτι μας μύριζε συχνά νέφτι και λάδια, και μόνο τότε σε χάζευα να έχεις εκείνο το βλέμμα το ονειροπόλο, το ήρεμο, με τα τεράστια γαλαζοπράσινα μάτια – ίδια με το χρώμα της θάλασσας που ζωγράφιζες. Δεν μπορούσε να σε αποσπάσει κανείς τότε από την τελετουργία του πινέλου. Βυθιζόσουν στον δικό σου γαλανό κόσμο.
Εκεί βίωνες την ελευθερία σου κι όχι στην καθημερινότητα, με τη ρουτίνα της οικογενειακής ζωής και τις υποχρεώσεις της δουλειάς σου...

Με είχες πάρει μαζί σου, κοριτσάκι, ένα καλοκαίρι, να σε βοηθήσω στην υπηρεσία σου, καθώς δεν υπήρχε και κάποιος να μείνει μαζί μας με τα σχολεία κλειστά. Η μάνα μας είχε πάρει μαζί της την αδελφή μου. Ένιωθα περήφανη που ο πατέρας μου μού έδινε να του βγάλω δουλειά, γιατί με εμπιστευόσουν πως τα καταφέρνω καλά σε όσα μου ανέθετες.

Πράγματι, ήμουν άριστη μαθήτρια, αφιερωμένη σε σκοπό ηθικό, να υπηρετήσω τους άλλους, όλους, σπουδάζοντας την Υγεία. Ήμουν πειθαρχημένη, συνετή, δεν δημιουργούσα προβλήματα. Δέχτηκα αδιαμαρτύρητα να μην πάω στη σχολική εκδρομή της τελευταίας τάξης του Λυκείου, γιατί προείχε η Βιολογία και ο φόβος σου μήπως συμβεί κάποιο ατύχημα. Ήταν αδιανόητο να συμβεί κάτι τέτοιο στο παιδί σου. Δεν έπρεπε να αρρωσταίνω. Δεν έπρεπε να παραπονιέμαι. Δεν έπρεπε να δυσανασχετώ. Ήταν όλο ευνόητο: δεν έπρεπε να σε αγχώνω κι άλλο, επιπλέον, σε όλα σου τα άγχη…

Η μεγάλη σύγκρουση έγινε όταν έπρεπε να φύγω μετά το πτυχίο για υποχρεωτική υπηρεσία υπαίθρου. Θυμάμαι, σου ήταν αδιανόητο να απομακρυνθώ από το σπίτι μας για έναν ολόκληρο χρόνο, και πώς αντέδρασες σε αυτό, σπαράζοντας: «Μα πώς, δε τη νοιάζει να φύγει;» Έπρεπε να φύγω. Δεν γινόταν αλλιώς να προχωρήσω με το επάγγελμά μου. Πόσο ένοχη, όμως, ένιωθα που σε έκανα να υποφέρεις.

Το ίδιο συνέβη κι όταν σου ανακοίνωσα πως πρέπει να ετοιμάσω τα προικιά μου για να παντρευτώ. Πάλι έγινε ένταση, σχεδόν διωγμός. Δεν ήθελες να ακούσεις πως, ναι, θα παντρευόμουν. Πρέπει να ένιωθες πολλή μοναξιά μέσα σου και φόβο μη μείνεις πάλι μόνος σου, όπως τότε, αγοράκι αμούστακο, που έχασες τον δικό σου πατέρα.

Ήμουν το δικό σου στήριγμα. Η ενίσχυσή σου στη μοναχικότητά σου. Και η εκτόνωση στους θυμούς σου, ταυτόχρονα, μαζί; Ήθελες να γεννήσεις αγόρι κι ήρθα εγώ, με τα δικά μου θέλω, που κάποια στιγμή τα ξέχασα πια. Δεν γινόταν να συνυπάρχουν με τα δικά σου. Ήσουν πολύ δυνατός και εκρηκτικός, αλλά και τόσο επιβλητικός... Σε φοβόμουν και σε χρειαζόμουν μαζί – να υπάρχεις.

Αρρώσταινα μετά τα τριάντα μου κι έτρεχα μόνη μου στους γιατρούς. Μεγάλωνα και τα παιδιά μου. Δούλευα με πολλή ένταση. Κι όλο έπρεπε να σε φροντίζω κι εσένα, που βάραινε η δική σου υγεία. Όταν, όμως, χαμογελούσες εσύ για μένα, τακτοποιούνταν όλες οι αρρυθμίες, όλες οι δυσκολίες και αστάθειες μέχρι την επόμενη αρνητική συγκυρία.

Όταν έκλαψες για τη μαμά, στη δική της αρρώστια, σαν μωρό παιδί στα σκαλιά του νοσοκομείου, η καρδιά μου έσπασε που σε είδα να υποφέρεις μη τη χάσεις.
Μου έδινες εντολή πως πρέπει όλα να λειτουργούν στην εντέλεια. Δεν έπρεπε να επιτρέπω λάθη. Όλα όφειλαν να διεκπεραιώνονται στην εντέλεια. Δεν άντεχες άλλη απώλεια στη ζωή σου. Όφειλα...

Τα δυσκολότερα άρχισαν μετά την πτώση σου. Ήμασταν όρθιοι, κι εσύ άρχισες να γέρνεις στην αγκαλιά μου, αργά αργά. Έμεινα όρθια κι ακλόνητη, να σε κρατώ, να μη σωριαστούμε κι οι δυο στο έδαφος. Έπαθες εγκεφαλικό, και μέσα στα επόμενα έξι χρόνια, σιγά σιγά, έχανες την κίνησή σου, παρά τις προσπάθειες για ενδυνάμωση. Έχανες αργά αργά την αυτονομία σου, τη λειτουργικότητά σου.

Εσύ, ο ακλόνητος, ο βράχος, δεν μπορούσες να περπατήσεις. Και μας κοίταζες με τα μεγάλα σου μάτια – αβοήθητος κι αυστηρός μαζί – με ένα μεγάλο «γιατί»: γιατί σε μένα; Γιατί να μη βλέπω όρθιος έξω τον ήλιο, κλεισμένος στο μικρό διαμέρισμα, στο σκοτάδι της αρρώστιας; Γιατί;

Μπαμπά, πόση πολλή οδύνη ένιωθα να σε βλέπω ανήμπορο, να μην γελάς πια καθόλου. Να μην μπορώ να κάνω κάτι παραπάνω, να σε κάνω να χαίρεσαι, έστω με τα λίγα της ζωής. Κι όταν πια μέτραγα τις ανάσες σου που ξεψυχούσες, την τελευταία ώρα, έλεγα: «Τι έχω κάνει λάθος κι υποφέρεις και φεύγεις;» Ήταν για σένα λύτρωση και για μένα τιμωρία; Ή ανάποδα;

Έτσι όπως έρχεσαι στο όνειρό μου, σε βλέπω πάλι δυνατό και χαρούμενο. Έτσι σε χρειάζομαι να έρχεσαι, να σε νιώθω πως με κρατάς γερά και πως δεν έφταιξα εγώ για την αιώνια θλίψη σου.

Η κόρη σου

 

Ρούλα Ν.

 

Δευτέρα 7 Ιουλίου 2025

Κατερίνα Ντίνου - Πικρός καφές | Κείμενο για τη γιορτή του πατέρα



Σε λίγο έρχεσαι

κάθε πρωί έρχεσαι

κι αν δεν έρθεις

θα σε δω να περνάς

με βήμα σκυφτό

κι εκείνο το καπέλο σου

πάντα το ίδιο

ξεθωριασμένο

τριμμένο στις άκρες

τόσα καπέλα κι εσύ

με κείνο

κρύβω βιαστικά τον καπνό

στη ρίζα της ελιάς

προσεκτικά στρώνω τις κοφτές

κεντημένες γωνίες

αγχωτικά μετράω την ελάχιστη

ζάχαρη

ανοίγω τα παράθυρα στη

θάλασσα

απέναντι σφυρίζει το πλοίο

τρεις φορές

κάθε πρωί τρεις φορές

θα πεις ξανά για τα πέλαγα

τα ξύλινα παιχνίδια

για κείνη την κούκλα

με τα πελώρια μάτια από την

Κίνα

στολισμένη χρόνια στη βιτρίνα

του σαλονιού

για το φόρεμα το μαροκινό

τα ινδικά μετάξια

τις βεγγέρες των επιστροφών.

 

Θα φύγω κάποτε ξανά

για τα μεγάλα ταξίδια

θα λες

θα με βλέπεις πάλι

από μακριά να μεγαλώνω.

 

Άργησες σήμερα.

Ανάστροφα τα μεγάλα μάτια

μούσκεψαν το κόκκινο κιμονό

ανάστροφα και το πλοίο

σφύριξε δυο φορές.

Η τρίτη ακούστηκε πνιχτή

μέσα από το σκισμένο στήθος

του μεταξιού.

 

Κατερίνα Ντίνου

 

Κυριακή 6 Ιουλίου 2025

Αλεξάνδρα Καπώνη - Εκεί που δε φτάνει το χέρι σου, κρατάω ακόμα το χάδι | Κείμενο για τη γιορτή του πατέρα

 


Και κάποιο απόγευμα του Νοεμβρίου χάθηκε ο κόσμος γύρω μου. Η φωνή από την άλλη άκρη της γραμμής του τηλεφώνου μου είπε ότι έχασα ξαφνικά τον πολυαγαπημένο μου ΠΑΤΕΡΑ. Τι να πρώτο θυμηθώ; Θα είναι πολύ λίγα όλα όσα θα πω, για τον δημοκράτη πατέρα μου. Μας έδωσε αγάπη, κατανόηση και αμέτρητες αγκαλιές. Μόνιμη επωδός στα αυτιά μου η παραίνεσή του προς την αγαπημένη μας μαμά, «Μη μαλώνεις τα παιδιά.» 

Τον έχασα στα σαράντα έξι μου χρόνια και ορφάνεψα. Με τάραξε η ιδέα ότι δε θα ξαναπώ τη λέξη «πατέρα» όσο ζω. Από τότε μου λείπει το χάδι του στα μαλλιά μου. Μου λείπει η λαχτάρα με την οποία με καρτερούσε, όταν κατέβαινα την κατηφόρα προς το πατρικό μου σπίτι, με τη βαλίτσα στο χέρι μου. Έφυγα μικρή από το αγαπημένο μου χωριό, για να φοιτήσω στο σχολείο στην Αθήνα. Δεν στερήθηκα τα χάδια του και τις αγκαλιές του όσο έλειπα, γιατί ήταν τόσες πολλές, που περίσσευαν.

Πατέρα μου γλυκομίλητε, θέλω να ξέρεις ότι σε αγαπάω και τιμώ τη μνήμη σου, όπως εσύ ήθελες: τίμια και ηθικά. Το τελευταίο σου χάδι ήταν τον Σεπτέμβριο του 1999 στην πόρτα του δικού μου σπιτιού, όταν έφευγες για το χωριό και με χάιδεψες στα μαλλιά μου, λέγοντάς μου, «Κατσαρό μου, εσύ.» Τα μαλλιά μου από τότε δεν τα ίσιωσα για να νιώθω το χέρι σου επάνω τους. Ξέρω ότι εκεί στο φως που πήγες, με καθοδηγείς και είσαι υπερήφανος για την προσοχή μου στα μικρότερα αδέρφια μου.

Σε ευχαριστώ που με έκανες καλό άνθρωπο, χρήσιμο στην κοινωνία. Σε ευχαριστώ που μου εμφύσησες την αγάπη στον συνάνθρωπο και την αλληλοβοήθεια. Σε ευχαριστώ που μου έμαθες να είμαι αληθινή, σε ευχαριστώ για όλα όσα είμαι. Δεν μπορώ όμως να κλείσω αυτό το μικρό γράμμα, χωρίς να σου πω ότι, «Σ’ έχω ώρες ώρες μα τω Θεώ τόσο πολλή ανάγκη, που τρέχουν απ’ τα μάτια μου θάλασσες και πελάγη.»

Για να μη σε αφήσω στενοχωρημένο, θα σου τραγουδήσω το τραγούδι που μου έλεγες κοιτώντας με στα μάτια, «Σ’ αγαπώ γιατί είσαι ωραία, σ’ αγαπώ γιατί είσαι εσύ», έτσι, για να σου γλυκάνω τον αποχαιρετισμό. Όταν ακούω τους μουσικούς του δρόμου να τραγουδάνε το τραγούδι μας, εμφανίζεσαι μπροστά μου και δάκρυα πλημμυρίζουν τα μάτια μου. Από εκεί που μας βλέπεις, είμαι σίγουρη πως είσαι ευτυχισμένος, για τον χαρακτήρα που έχτισες, τόσο σ’ εμένα όσο και στα υπόλοιπα αδέρφια μου.

Σε αγαπάω αιώνια, Πατέρα μου ΑΝΘΡΩΠΕ.

 

Αλεξάνδρα Ιωάννου Καπώνη

Κυριακή 29 Ιουνίου 2025

Ιωάννης Παρασκευάς - ΟΣΑ ΔΕΝ ΕΙΠΑΜΕ | Κείμενο για τη γιορτή του πατέρα

  


Ξέρεις τι ήθελα από εσένα; Να με μάθεις να είμαι άνδρας. Γιατί μόνο εσύ μπορούσες να το κάνεις. Εσύ όμως άφησες τη μητέρα μου, να μου το μάθει... Και πώς να μου το μάθει; Πώς να μου μάθει μια γυναίκα, πώς πρέπει να είναι ένας άνδρας; Εκείνη έφτιαξε τον άνδρα που εκείνη δεν θα φοβόταν, όταν ήταν μόνο μια έφηβη.

Έφτιαξε τον άνδρα που δεν θα έκανε όλα όσα «κακά», η μαμά της, της έλεγε ότι κάνουν οι άνδρες. Εκείνη τρομοκράτησε το μόνο άνδρα που θα μπορούσε να τρομοκρατήσει, γιατί ήταν δικό της δημιούργημα. Τον γιο της. Τον τρομοκράτησε, για να μη ζει η ίδια στο φόβο. Οκ. Εκείνη δεν ήξερε. Δεν καταλάβαινε. Δεν ήθελε ίσως... Εσύ όμως; 

Πώς επέτρεπες να δημιουργείται μπροστά σου, ένας ευνούχος; Πώς επέτρεπες, να φτιάχνεται ένας άνδρας που φοβόταν τις γυναίκες; Πώς επέτρεπες να βλέπεις μπροστά σου, ένα δειλό αγοράκι ανίκανο να εκφράσει την αγάπη του στα κορίτσια, που την είχε σε περίσσεια; Πώς επέτρεπες να επαναλαμβάνεται η δική σου, ίσως ιστορία, μια ακόμα φορά σε βάρος ενός άλλου άνδρα;

Ξέρω, ξέρω! Αυτό είχες μάθει να κάνεις. Αυτός ήταν ο μόνος τρόπος, να σε αφήσουν επιτέλους στην καταθλιπτική ησυχία σου. Αυτός ήταν ο τρόπος, να τα έχεις καλά με τον εαυτό σου, με τη μάνα σου, με την κοινωνία ολόκληρη. Αλλά αυτό ήταν που μετρούσε; Ή μήπως να τα έχεις καλά μ’ εμένα;

Δεν φταις εσύ πατέρα. Δεν έφταιγε ούτε εκείνη. Γενιές κατεστραμμένες. Μεγαλωμένες μέσα στο φόβο, την ανασφάλεια, τη φτώχεια, την καταπίεση, την οπισθοδρομικότητα, τον αυταρχισμό. Γενιές που είχαν την ατυχία και τραγική μοίρα, να ζήσουν σε εποχές όπου ο κόσμος άλλαζε. Το καταλάβαιναν ότι άλλαζε, αλλά δεν μπορούσαν πια να αλλάξουν οι ίδιοι.

 Όμως εγώ τα κατάφερα πατέρα. Τα κατάφερα επειδή προτίμησα μια γυναίκα διαφορετική από τη μάνα σου. Διαφορετική από τη μάνα μου. Επειδή προσπάθησα να καταλάβω τον εαυτό μου και τι μου συνέβαινε.

Σε ευχαριστώ. Ήσουν έντιμος, ηθικός, δίκαιος. Κι αυτά μου τα έμαθες. Σε ευχαριστώ. Μέσα από τα λάθη σου, την απόσυρσή σου, την καταθλιπτική συμπεριφορά σου, έμαθα και πως να ΜΗΝ είμαι. Είναι κι αυτό κάτι...Η ύπαρξή σου, επιτέλεσε το σκοπό της.

Αλλά τώρα πια πρέπει να φύγει. Για πάντα.

 Εγώ σε συγχωρώ.

Ελπίζω κάποτε, να με συγχωρέσει κι εμένα ο γιος μου...

 

Ι. Παρασκευάς

Κυριακή 22 Ιουνίου 2025

Φανή Αθανασιάδου - Στον πατέρα μου | Ποίημα για τη γιορτή του πατέρα

   


                        

     Αέρινη η μορφή σου

     Πολλές φορές γυρίζει και μου χαμογελά

     καθώς σ΄ αγγίζει μια δέσμη φωτός

     αναρωτιέμαι μην είσαι συ στη χώρα της αλήθειας

     και τότε παρακαλώ τις φτερούγες της προστασίας

     και της καλοσύνης σου να απλωθούν

     και να σκεπάσουν τη σκοτισμένη μου ζωή

     η μορφή σου θαμπώνει απ΄ το φως που δυναμώνει γύρω σου,

     απλώνω ικετευτικά το αδύναμο σακάτικο χέρι μου

     καθώς η ανασφάλεια με κυκλώνει

     για να πιάσω το πατρικό γεμάτο δύναμη χέρι σου

     μα δε φθάνω τίποτα…

     μόνο ένα πικρό δάκρυ που πέφτει κάθε φορά ανάμεσά μας

     και μας χωρίζει, βλέπω να μεγαλώνει

     να γίνεται ένα διάφανο υγρό χώρισμα

     και συ όλο να μακραίνεις…

     ο απόηχος των λόγων σου γίνεται ψίθυρος

     η εικόνα σου παρελθόν

     η ψυχή μου κραυγάζει απεγνωσμένα                                                        

    ζητώντας να μείνεις κοντά μας

    μα η οπτασία σου χάνεται

    επιστρέφει στο άπειρο

    ξημερώνει κ πρέπει να γυρίσω πίσω

    διαβαίνοντας τον παγερό σκοτεινό δρόμο του χωρισμού.

 

Φανή Αθανασιάδου

Κυριακή 15 Ιουνίου 2025

Ευανθία Λαζαρίδου - ΑΠΩΝ | Κείμενο για τη γιορτή του πατέρα

 


 

Σκοτάδι... Γιατί έχει τόσο σκοτάδι; Γιατί δεν βλέπω τίποτα; Με βλέπεις; Μπαμπά; Σε ρωτάω…ΜΕ ΒΛΕΠΕΙΣ; Γιατί δεν μιλάς; Δεν καταλαβαίνω τι μου λες…πονάς; Πονάς… Το νιώθω, μα όχι για μένα για κάποια άλλα παιδιά που χάθηκαν για πάντα. Για μένα; Πονάς μπαμπά για μένα; Δεν απαντάς…Γιατί; Δεν με βλέπεις; Έχει τόσο σκοτάδι εδώ και πόνο, πνίγομαι, δεν έχει αέρα, δεν έχει φως. Άνοιξέ μου ένα παράθυρο μπαμπά, είμαι μικρή δεν φτάνω. Άνοιξε μου να δω το φως, πάρε με αγκαλιά, μίλα μου, παίξε μαζί μου. Νιώθω πολλή μοναξιά εδώ μπαμπά και φοβάμαι. Που είσαι; Γιατί δεν με βλέπεις; Γιατί μου μιλάς έτσι μπαμπά; Με πληγώνουν οι λέξεις σου, δεν μου δίνουν φτερά να πετάξω, αλλά μαύρες κηλίδες γίνονται στο άσπρο μου φόρεμα και το μαυρίζουν. Γιατί φοράω μαύρα πια μπαμπά; Δικός μου ή δικός σου ο πόνος; Δεν ξέρω πια ποιον να ρωτήσω…Δεν έχει σημασία, πρέπει να αντέξω, να τα καταφέρω, να μείνω με το μαύρο μου φόρεμα στα σκοτάδια και να μη φοβάμαι.

Ακόμα δεν με βλέπεις, και τώρα που ψήλωσα και σ’ έφτασα στο μπόι, πάλι μικρή νιώθω δίπλα σου μπαμπά…Δεν ξέρω ποια είμαι, τι θέλω, πως μοιάζω, τι ονειρεύομαι, δεν έγινες ποτέ ένας όμορφος καθρέφτης για μένα μπαμπά. Πάντα ήμουν λίγη, μικρή, ανόητη, άσχημη, αυτή που δεν ξέρει τη σωστή απάντηση, αυτή που δεν ξέρει πως να φερθεί. Φτάνεις στο τέλος μπαμπά, τώρα μ’ αγαπάς; Όχι δεν μου το είπες, ούτε στο τέλος… Με γέμισες και με άλλες χαρακιές, μαύρες κορδέλες τύλιξαν τα χέρια και τα πόδια μου. Για να μη φαίνονται οι πληγές, το αίμα να μην τρέξει και έτσι καθωσπρέπει να σταθώ να σ’ αποχαιρετήσω στο τελευταίο σου ταξίδι. Σάλπαρες ξανά μπαμπά, τελευταίο μπάρκο.

Δεν συναντηθήκαμε ποτέ, λυπάμαι τόσο πολύ γι’ αυτό. Λυπάμαι για σένα που πόνεσες τόσο. Μα τώρα πια λυπάμαι και για μένα που έζησα πάντα αόρατη, μια μικρή σκιά που περιφερόταν στα δικά σου σκοτάδια. Σ’ αφήνω τώρα μπαμπά, δεν μπορώ να σε βοηθήσω άλλο. Λύνω αργά τις κορδέλες και πετάω το φόρεμα σε μια γωνιά. Φεύγω πια μπαμπά, δεν θέλω τίποτα να πάρω, θέλω μόνο να δω το φως. 

Κουράστηκα εδώ μπαμπά. Σ΄ αγαπώ…Αντίο…

 

Ευανθία Λαζαρίδου

Πέμπτη 29 Μαΐου 2025

Ανοιχτό Κάλεσμα Συγγραφής για τη Γιορτή του Πατέρα

 

Αναζητώ κείμενα, όχι απλώς για να δημοσιευθούν — αλλά για να ακουστούν.

Φέτος, με αφορμή τη Γιορτή του Πατέρα (16 Ιουνίου), θέλω να ανοίξω έναν προσωπικό και δημόσιο ταυτόχρονα χώρο αφήγησης. Στο προσωπικό μου μπλογκ, θα φιλοξενήσω μια σειρά από κειμενικές αφηγήσεις, λογοτεχνικά ή βιωματικά κείμενα, γύρω από την έννοια του πατέρα – όπως αυτή βιώθηκε, χάθηκε, επανανοηματοδοτήθηκε ή αναζητήθηκε από τον καθένα.

Σας καλώ, λοιπόν, όσες και όσους γράφετε – είτε είστε επαγγελματίες συγγραφείς είτε γράφετε από ανάγκη, από θραύσματα ή από σιωπές – να μου αποστείλετε ένα πρωτότυπο κείμενο, εμπνευσμένο από τον πατέρα, ή την απουσία του, ή το φάντασμά του, ή τη μεταμόρφωσή του σε κάτι άλλο.

 Δεν υπάρχει συγκεκριμένο ύφος. Μπορεί να είναι:

– Ποίημα ή πεζό,

– Αφήγηση μνήμης,

– Εξομολόγηση, οργή, τρυφερότητα,

– Φανταστικό γράμμα προς έναν πατέρα,

– Σχόλιο πάνω στην πατρική φιγούρα στο σήμερα,

– Αποδόμηση της έννοιας του πατέρα.

 

Όριο έκτασης: έως 1000 λέξεις.

 Προθεσμία υποβολής: έως 11 Ιουνίου 2025

 Αποστολή στο email: cretascorpion@gmail.com

 Θα δημοσιευθούν διαδοχικά στο μπλογκ μου, με πλήρη αναφορά στον δημιουργό.

 Σκοπός δεν είναι να επιβεβαιώσουμε κάποιο πρότυπο πατέρα — αλλά να φωτίσουμε τον ρόλο του, τον απόηχό του, την απουσία του ή τη δύναμή του, όπως καταγράφηκε μέσα μας.

 

Περιμένω τα κείμενά σας,

με σεβασμό,

Μαρία Χρονιάρη

Πέμπτη 22 Μαΐου 2025

Αφιέρωμα στη Μητέρα | Μαρία Χρονιάρη | Greek News and Radio FL


Η Μαρία Χρονιάρη συμμετέχει στο «Κυριακάτικο Μαγκαζίνο» του
Greek Radio FL, σε ένα ξεχωριστό αφιέρωμα στη Μητέρα.

📅 Κυριακή 11 Μαΐου 2025

📡 Εκπομπή: Ιωάννα Λαζάρου & Ιωάννης Μητσάκος

 Μια συζήτηση για τη μητρότητα ως εμπειρία, σχέση και πολιτισμικό φορτίο.

Για τις γυναίκες που γίνονται μάνες με τρόπους απροσδόκητους.

Για τη σιωπηλή φροντίδα, τη μνήμη, την προσφυγιά, την αντοχή.

 📌 Διοργάνωση: Greek Radio FL


Δευτέρα 5 Μαΐου 2025

Η Απώλεια, ο Θυμός και η Ποίηση της Σιωπής - Συνέντευξή μου στη Βίκυ Σγουρέλλη


Μια συζήτηση καρδιάς για την ποίηση και τον κόσμο μέσα μου.

Μοιράζομαι μαζί σας τη συνέντευξή μου στην εκπομπή των Βίκυ Σγουρέλλη και Άννα Μαρία Παπαγιαννάκη "ΕΧΟΥΜΕ ΘΕΜΑΤΑ" στην οποία μίλησα για την απώλεια, τις λέξεις που επιλέγω να με καθρεφτίζουν, τις σιωπές που λένε περισσότερα, και για όλα εκείνα που με κρατούν κοντά στην ουσία. Ευχαριστώ θερμά το Unspotted για τον χώρο και το φως που μου δόθηκε.



Σάββατο 26 Απριλίου 2025

SPIRITUS

 

Στη μνήμη του θείου μου Σπύρου Καπώνη



Θα ήθελα πολύ να ήσουν εδώ

 

για να σου μάθω

τι επιτρέπεται

και τι απαγορεύεται

 

Πώς να μιλάς στα όνειρα

για να σ' ακούνε

και πώς να μη σκοτώνεις

τα πουλιά

 

Δεν ξέρω πώς να σε χωρέσω

μες στο ποίημα

τώρα που οι λέξεις μου

μικρές και λυπημένες έγιναν

 

Ξέρω μονάχα ότι

δεν έρχεσαι στον ύπνο μου

και όταν ξημερώνει κόβω

τον ήλιο φέτες

 

και τον ταΐζω στα παιδιά


Μαρία Χρονιάρη, από τη νέα μου ποιητική συλλογή που ετοιμάζεται

Παρασκευή 21 Μαρτίου 2025

"Μια κάποια προστασία"

Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης σήμερα και ευχαριστώ πολύ την αγαπημένη Βίκυ Σγουρέλλη  για το δώρο της. Την υπέροχη απαγγελία του ποιήματός μου "Μια κάποια προστασία", από την ποιητική μου συλλογή "Μετά από αυτό που προηγήθηκε", Εκδ. Σοκόλη.  Το βιβλίο τελεί υπό την αιγίδα του Ομίλου για την UNESCO Πειραιώς και Νήσων και την International Action Art.



Σάββατο 8 Μαρτίου 2025

Επιτροπή Γυναικών Συγγραφέων του PEN GREECE

Η Επιτροπή Γυναικών Συγγραφέων του PEN Greece αποφάσισε να τιμήσει και να γιορτάσει την ημέρα της γυναίκας, 8 Μαρτίου, με έναν διαφορετικό και πρωτότυπο τρόπο. Ευχαριστώ πολύ τη Βίκυ Σγουρέλλη για την τιμή και τη σκέψη, να συμπεριληφθεί ποιήμά μου από την ποιητική μου συλλογή "Μετά από αυτό που προηγήθηκε", Εκδ. Σοκόλη, σε ένα βίντεο με άλλα υπέροχα ποιήματα, γραμμένα από γυναίκες. 

Όλα βρίσκονται μέσα στο βίντεο που μπορείτε να παρακολουθήσετε, ακούγοντας υπέροχες απαγγελίες των ποιημάτων μας. Ευχή μου, η γυναικεία ποίηση να βρίσκεται πάντα ψηλά και να γίνονται παρόμοιες δράσεις, που να μπορούμε να ενώσουμε τις φωνές αλλά και τις λέξεις μας. Χρόνια πολλά Γυναίκες. Το δικό μου ποίημα με τίτλο "Μία κάποια προστασία" θα το ακούσετε στο 7'35 λεπτό.



Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2025

ΤΟ ΠΙΟ ΔΥΝΑΤΟ MANTRA (ΠΡΟΣΕΥΧΗ) ΓΙΑ ΤΟ 2025

Μέσα από το βίντεο του Dhieyo, το πρώτο για το νέο έτος, μάθετε μια Ινδουιστική Προσευχή για όλα όσα θέλετε να έχετε στη ζωή σας. Εγώ κι ο Dhieyo σας ευχόμαστε Καλή Χρονιά από την Ινδία και όλα όσα επιθυμείτε να τα δείτε να γίνονται ζωή.

Ευτυχισμένο το 2025 !!