Είναι παράξενα κίτρινη μέσα στο μπλε. Ανάβει το τελευταίο σπίρτο της θύμησής του. Όταν χαράξει, τα σημάδια θα ζουν στη γλώσσα τους. Στο άγγιγμα του δέρματος οι πόροι ανοίγουν και μπαίνει. Η ηδονή. Όλη η θάλασσα χύθηκε πάνω της.



(απόσπασμα από το κείμενο "ΧΩΡΑ")

Τετάρτη 27 Δεκεμβρίου 2017

ΝΥΧΤΕΡΙΝΕΣ ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΛΕΥΡΑ ΤΗΣ ΕΚΑΤΗΣ


Εκείνος που μπορεί να περπατήσει στα σκοτάδια, ξέρει και πως να κερδίσει το φως. Το δικό του, εσωτερικό φως. Και να φτιάξει ζωή. Οι νυχτερινές περιπλανήσεις, συμβαίνουν πάντα στην πίσω πλευρά του φεγγαριού, εκεί που η Εκάτη γνωρίζει κι αντέχει. 

Την τελευταία Τετάρτη του 2017, βγήκαμε απ' την συνηθισμένη τροχιά, κάναμε εκπομπή και καλέσαμε για να αποχαιρετίσουμε τον χρόνο που φεύγει, έναν νυχτερινό περιπλανητή: τον George A. Pappas. Δεν υπήρχε καλύτερος τρόπος, σε μια νύχτα που όλα ήταν ανάποδα. Και όλα, ήταν σωστά.


Καλή ακρόαση!



Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2017

ΙΧΝΟΣ ΡΩΓΜΗΣ

Φωτογραφία Εξωφύλλου: Χάρης Τσιλόπουλος

Κι όταν σε ρωτήσουν
να μην τους πεις ποτέ
πως μ’ αγάπησες

Νοίκιασε μόνο ένα παράλληλο ψέμα
κι άφησέ το να στέκει έρμαιο
απέναντί μου

Ούτως η άλλως
την αλήθεια σ’ αυτή τη σφαγή


μόνο εγώ τη γνωρίζω

Μ. Χρονιάρη, από τη νέα μου ποιητική συλλογή "Αγέννητη γη" Εκδ. Σοκόλη, 2017

Κυριακή 10 Δεκεμβρίου 2017

ΑΓΕΝΝΗΤΗ ΓΗ ΣΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ



Την Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου 2017, στην εκπομπή των Θέκλα Τσελεπή και Δημήτρη Πουλικάκου, "Καθόμαστε στο Κόκκινο" στον ραδιοφωνικό σταθμό "Στο Κόκκινο 105,5 fm, μιλήσαμε για τη νέα μου ποιητική συλλογή "Αγέννητη γη", Εκδ. Σοκόλη, διαβάσαμε ποιήματα από το βιβλίο, ακούσαμε υπέροχη και καλή μουσική, παρέα με την φωτογράφο Τατιάνα Μπογκντάνοβα. 


Η ψυχή, άνθισε φως. Εκείνο το μοναδικό και ένα. Που ολοκληρώνει και ζει.

Καλή ακρόαση!!










Τρίτη 5 Δεκεμβρίου 2017

ΕΚΘΕΣΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗΣ «ΑΓΕΝΝΗΤΗ ΓΗ»























Φωτογραφία Εξωφύλλου: Χάρης Τσιλόπουλος





Με αφορμή την έκδοση της νέας ποιητικής συλλογής «Αγέννητη γη», Εκδ. Σοκόλη, η ποιήτρια Μαρία Χρονιάρη και η φωτογράφος Τατιάνα Μπογκντάνοβα, σας καλούν στα εγκαίνια της έκθεσης φωτογραφίας και ποίησης, με τίτλο «ΑΓΓΕΝΗΤΗ ΓΗ», το Σάββατο 9 Δεκεμβρίου 2017, στις 7.00 μ.μ. στον Τεχνοχώρο Φάμπρικα.

Η φωτογράφος Τατιάνα Μπογκτάνοβα, εμπνευσμένη από τα ποιήματα της Μαρίας Χρονιάρη, από την νέα ποιητική συλλογή της, οπτικοποίησε μέσα από τον φακό της κάμεράς της, τα συναισθήματα που της γεννήθηκαν κατά την ανάγνωσή του. Στην έκθεση που θα διαρκέσει μέχρι την 10η Ιανουαρίου 2018, μαζί με τις φωτογραφίες θα παρουσιαστούν και τα ποιήματα του βιβλίου, που έγιναν η αφορμή γι’ αυτές τις λήψεις.

Μια ιδιαίτερη και ενδιαφέρουσα σύμπραξη δύο τεχνών – φωτογραφίας και ποίησης – με στόχο την κατανόηση από το κοινό, πως η τέχνη είναι ένας κοινός τόπος αλληλεπίδρασης και δημιουργίας, καταργώντας τα σύνορα.

 Το βράδυ των εγκαινιών, θα διαβαστούν ποιήματα από το βιβλίο από την Μαρία Στεφανιδάκη με τη συνοδεία φυσαρμόνικας, από τον μουσικό Μανώλη Μπαρδάνη.

Το Σάββατο 16 Δεκεμβρίου, ο Άγγελος Μυτακίδης, στις 23.00 θα ανέβει στην σκηνή του Τεχνοχώρου Φάμπρικα και για πρώτη φορά θα μας παρουσιάσει σε ακουστικό Live set, τραγούδια από το επικείμενο πρώτο προσωπικό του EP, καθώς και διασκευές ροκ κομματιών.


Είσοδος Ελεύθερη


ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:  Τεχνοχώρος Φάμπρικα, Μ. Αλεξάνδρου 125 κ Ευρυμέδοντος, Κεραμεικός  τηλ: 210 -341 1651  

ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΕΚΘΕΣΗΣ: Σάββατο 9 Δεκεμβρίου 2017  - Τετάρτη 10 Ιανουαρίου 2018


Σάββατο 2 Δεκεμβρίου 2017

ΣΥΝΔΕΔΕΜΕΝΟΣ


Είναι τέτοια η απελπισία στο να κρύβεις τις λέξεις που θες να πεις
Που δεν είναι καλύτερο να αποτυγχάνεται η προσπάθεια
Απ’ το να μη γίνεται καθόλου;
Οι ώρες μετά τη φυγή σου πέφτουν πάνω μου βαριές
σύντομα θ’ αρχίσουν σιγά-σιγά να σέρνονται
πάνω σ’ ένα κρεβάτι απ’ τη δική σου έλλειψη
όπου οι μάχες αρπάζονται τυφλά
αναζωπυρώνοντας αναμνήσεις από αγάπες παλιές
αντικρίζοντας ματιές εκεί όπου κάποτε έβλεπα τα δικά σου μάτια
αλλά όλα είναι προτιμότερο να συμβαίνουν σύντομα παρά ποτέ
η ανάγκη μου, μαύρη και σκοτεινή πιτσιλάει τα πρόσωπά τους
και σου λέω ξανά πως εννέα μέρες δεν είναι ποτέ αρκετές
γι’ αυτούς που αγαπάμε
ούτε εννέα μήνες
ούτε εννέα ζωές

Και σου λέω πάλι
εάν εσύ δεν με διδάξεις δεν θα μάθω
σου λέω πάλι υπάρχει πάντα κάτι το τελευταίο
ακόμα και τις τελευταίες φορές
τις τελευταίες φορές που ικετεύεις
τις τελευταίες φορές που αγαπάς
ξέροντας πως να μη ξέρεις να προσποιείσαι
κάτι το τελευταίο ακόμη και την τελευταία φορά που σου λέω
εάν εσύ δεν μ’ αγαπήσεις δε θ’ αγαπηθώ ποτέ
εάν εγώ δεν σ’ αγαπήσω δε θ’ αγαπήσω ποτέ
η ανατάραξη των περασμένων λέξεων κατευθείαν στην καρδιά και πάλι
Αγάπη αγάπη αγάπη σαν γδούπος βαρύς ενός παλιού εμβόλου
χτυπώντας τους αναλλοίωτους σωρούς των λέξεων
κι εγώ τρομοκρατημένος και πάλι
πως ίσως δεν αγαπηθώ
πως ίσως αγαπήσω αλλά όχι εσένα
πως ίσως αγαπηθώ αλλά όχι από εσένα
ξέροντας πως να μη ξέρω να προσποιούμαι
εγώ και όλοι οι άλλοι που θα σε αγαπήσουν
αν σε αγαπήσουν


εκτός κι αν δεν σ’ αγαπήσουν


Σάμιουελ Μπέκετ

("Ποιήματα συνοδευόμενα από σαχλοκουβέντες" , Εκδ. Ερατώ)

Πέμπτη 23 Νοεμβρίου 2017

Zola Jesus - Okovi



 
Το έκτο άλμπουμ της Nika Roza Danilova, - γνωστή ως Zola Jesus -  την βρίσκει όχι μόνο να τελειοποιεί τον ήχο της, αλλά και να κάνει ένα τεράστιο βήμα, προς την κατανόηση της ζωής. Έχοντας αγωνιστεί με μια κατάθλιψη που έκανε το γράψιμό της σχεδόν αδύνατο, η Danilova μετακόμισε από το Seattle και επέστρεψε στο Merrill, όπου προσπάθησε να βρει και να αποκαταστήσει την ισορροπία της.

Φυσικά και ευτυχώς για εμάς, κατάφερε να βρει τον δρόμο της ξανά, αλλά και να συνειδητοποιήσει, ότι και όλοι εκείνοι που βρίσκονταν γύρω της, αγωνίζονταν εξίσου για τις δικές τους ζωές. Ένας στενός της φίλος διαγνώστηκε με καρκίνο, ενώ ένας άλλος προσπάθησε να αυτοκτονήσει δυο φορές. Αντιμετωπίζοντας αυτή την υπαρξιακή ταλάντωση, η Danilova χρησιμοποίησε τις εμπειρίες της - μαζί με εκείνες των γνωστών της - και τροφοδότησε το Okovi, με αποτέλεσμα ένα ολοκληρωμένο έργο, αλλά και μια δυνατή εξέλιξη του ήχου της.

Έχοντας στο νου ότι η λέξη Okovi, σημαίνει «αλυσίδες» σε κάθε σλαβική γλώσσα, θα ήταν λογικό να περιμένουμε ένα καταπιεστικό και περίεργο άλμπουμ. Υπάρχει μια σαφής Gothic και σκοτεινή απόχρωση, αλλά γνωρίζοντας πλέον το υπόβαθρο του project αυτού, η Danilova στην πραγματικότητα, το έχει λούσει με μια πανέμορφα κρυμμένη θετικότητα.  

Αυτό όμως δεν σημαίνει, ότι η ανάληψη της ζωής, του ελέγχου και της ύπαρξης από την Danilova, είναι πάντα μια εύκολη ακρόαση. Το «Soak» για παράδειγμα, είναι μια λαμπρή ηχητική γιορτή, που περιστρέφεται γύρω από ένα άγκιστρο στίχων όπως το «you should know that I will never let you down». Το γεγονός ότι είναι γραμμένο από την οπτική γωνία ενός θύματος, το οποίο περιμένει την δολοφονία του και δέχεται την μοίρα του, είναι αρκετά καλά κρυμμένο. Είναι το αίσθημα της ελευθερίας, που προέρχεται από την ζωή σε μια στιγμή, απογυμνώνοντας τον σκοπό και επιτυγχάνοντας μια αίσθηση ειρήνης. Μπουμ! Θετικότητα.



Τα  «Witness», «Siphon» και «Half Life» είναι μια τριλογία, που απευθύνεται στην προσπάθεια αυτοκτονίας του φίλου της. Σε χτυπάει σκληρά, με ένα μήνυμα αγάπης και ανησυχίας. Όμορφα trip hop μονοπάτια, με την Danilova κατά κάποιον τρόπο, να κατορθώνει να καθηλώσει τον ακροατή με την απόκοσμη βαριά φωνή της, δεμένη με φωνητικούς τόνους που συνεχίζουν να παραμένουν στο μυαλό, ακόμα και μετά το τέλος του άλμπουμ.

Το «Wiseblood» αμφισβητεί το κόλλημα σε μια κατάσταση, και εξυμνεί την αλλαγή με υπέροχους στίχους. Στο τέλος του κομματιού αμφισβητείς ακόμα και τη ζωή σου. «Is this all there is, or am I blind to it? I tried to open up, but I find nothing»  μας λέει στο «Remains», ένα gothic pop κομμάτι που όταν το άκουσα live πριν από λίγες
μέρες στην συναυλία της, μπήκα ακόμα περισσότερο στην ψυχοσύνθεση της, μέσα από την υπέροχη και γεμάτη νόημα φωνή και σκηνική παρουσία. Η Danilova, όσο και να προσπαθεί να γίνει mainstream, είναι ιδιαίτερη.


Ένας διαλογισμός για τον θάνατο και την ασθένεια. Αυτό είναι το Okovi. Ένα θλιβερό, κλειστοφοβικό ταξίδι που έχει στρωθεί με σφάλματα, μώλωπες και τραύματα, πάνω σε ένα θετικό μοτίβο με πολύ έξυπνο τρόπο. Ωστόσο, μερικές φορές φαίνεται απομακρυσμένο και κυνικό. Χάνει στο να σε βάλει σε ένα αληθινό και συναισθηματικό επίπεδο κατανόησης. Η Danilova το προσπαθεί πολύ όμως, και μας δίνει την πιο ουσιαστική της δουλειά.  


Χάρης Τσιλόπουλος    

 Δείτε εδώ:

Τετάρτη 22 Νοεμβρίου 2017

ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΠΑΤΑΣ ΣΤΑΘΕΡΑ



Θέλεις να πατάς σταθερά
Σ' αρέσουν οι ρηχές θάλασσες
σ' αρέσει να γυρνάς τον κόσμο
αλλά πάντα στα ρηχά


Εμένα μ' αρέσουν οι βαθιές θάλασσες
κι ας μη γυρνώ τον κόσμο
κι ας με νομίζεις κολλημένο
στο ίδιο σημείο

Δεν υπάρχει σύμπαν
Υπάρχουν μόνο στιγμές,
συμπαντικές στιγμές
Αν φτάσεις στην ακινησία,
μπορείς παντού να ταξιδέψεις.

Γι' αυτό το ξέχασες που σου 'λεγα,
μωρό μου, κείνο το πρωινό
δίπλα στη σκάλα, πως η ζωή
κι ο θάνατος δεν είναι θέμα περιβάλλοντος

Είναι θέμα αντοχής στην ίδια γραμμή πλεύσης

Εγώ δε χρειάζομαι τον κόσμο
κακώς έχεις νομίσει
Για μένα δεν υπάρχει κόσμος
Χρειάζομαι απλά
να δημιουργώ κόσμους.

Ν. Άσιμος


Πέμπτη 16 Νοεμβρίου 2017

ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ



Έχω ένα φόνο να αποσιωπήσω
εκείνη τη νύχτα που μεσουρανούσε το φως
Να καθαρίσω τη λάμα
απ’ της ψυχής τα αίματα
Να εξαφανίσω τα ίχνη μιας πράξης πικρής
που δε βρίσκει μέρος για να κρυφτεί

Να εξιλεώσω τον δολοφόνο
και να προστατεύσω το δέρμα του
Να χαϊδεύω τις λέξεις του
και να ξεχνώ τις δικές μου

Έχω αφήσει τη θάλασσα να κοιμάται στο σπίτι

Μη φοβάσαι, δεν θα πω σε κανέναν
ότι ο άντρας που αγάπησα
είναι το μαχαίρι που τεμάχισε


τη ζωή μου


Μ. Χρονιάρη


(Από τη νέα μου ποιητική συλλογή "Αγέννητη γη" που κυκλοφορεί από τις εκδ. Σοκόλη, 2017 Artwork εξωφύλλου: Χάρης Τσιλόπουλος)

Δευτέρα 13 Νοεμβρίου 2017

ΦΩΣ ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ



Οι άνθρωποι, είναι τόποι. Είναι ατέρμονη γη. Ταξίδια μέσα σε άλλα ταξίδια, που συναντώνται και κάνουν ζωή.  Σε ένα διαρκές και άχρονο τώρα.  Εκεί, στην Εκάτη που ενώνει.

Καλή ακρόαση!


Τετάρτη 8 Νοεμβρίου 2017

ΑΓΕΝΝΗΤΗ ΓΗ

Φωτό Εξωφύλλου: Χάρης Τσιλόπουλος

58 ποιήματα, 58 πράξεις πληγής  στα περιθώρια του χρόνου. Μια «Αγέννητη γη», έτοιμη να υποδεχτεί το μέλλον, που έρχεται επιβεβαιωμένο και σίγουρο. Ποιήματα που αιμορραγούν, σχηματίζοντας ένα νέο ορίζοντα. Σηματοδοτώντας εκείνη την αρχή, που περίμενε να ανθίσει, ως γενέθλιος τόπος.

Η ζωή που αναγεννιέται, η ζωή που κερδίζεται· η ζωή που είναι παρούσα για να θυμίζει, πως κάθε φορά που η αλήθεια αποσιωπάται, οι λέξεις  - κοφτερές σαν νυστέρι – θα δείχνουν πάντα τον δρόμο.

Ίχνος ρωγμής

Κι όταν σε ρωτήσουν
να μην τους πεις ποτέ
πως μ’ αγάπησες

Νοίκιασε μόνο ένα παράλληλο ψέμα
κι άφησέ το να στέκει έρμαιο
απέναντί μου

Ούτως η άλλως
την αλήθεια σ’ αυτή τη σφαγή


μόνο εγώ τη γνωρίζω

(από το Δελτίο Τύπου του βιβλίου)

Μ. Χρονιάρη


Το βιβλίο κυκλοφορεί από σήμερα 8 Νοεμβρίου 2017, σε όλα τα κεντρικά βιβλιοπωλεία Αθήνας και Θεσσαλονίκης, από τις Εκδ. Σοκόλη. Όσοι διαμένετε εκτός Ελλάδας, μπορείτε να το προμηθευτείτε μέσω του Ηλ. Site των Εκδ. Σοκόλη στο http://www.sokolis.gr/ . Επίσης όσοι μένετε στην περιφέρεια, μπορείτε να το παραγγείλετε μέσω των τοπικών σας βιβλιοπωλείων. Τα δικαιώματα της φωτογραφίας του εξωφύλλου, ανήκουν στον φωτογράφο Χάρη Τσιλόπουλο. Απαγορεύεται η οποιαδήποτε αναπαραγωγή της φωτογραφίας του εξωφύλλου, χωρίς την έγγραφη άδεια του εκδότη και του φωτογράφου.

Παρασκευή 3 Νοεμβρίου 2017

Τρίτη 31 Οκτωβρίου 2017

ΕΝΑΣ ΤΟΠΟΣ ΨΥΧΗΣ



Όσο οι νύχτες θα ξημερώνουν το μέσα μας φως, τόσο τα τραγούδια θα είναι ο βελούδινος τόπος της παρουσίας μας.

Καλή ακρόαση!





Παρασκευή 27 Οκτωβρίου 2017

Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ



Σε ονόμασα βασίλισσα.
Υπάρχουν πιο ψηλές από σένα, πιο ψηλές.
Υπάρχουν πιο αγνές από σένα, πιο αγνές.
Υπάρχουν πιο ωραίες από σένα, υπάρχουν ωραιότερες.
Όμως εσύ είσαι η βασίλισσα.

Όταν περπατάς στους δρόμους
κανένας δε σε αναγνωρίζει.
Κανείς δε βλέπει το κρυστάλλινο στέμμα σου,
κανένας δεν κοιτά
το χαλί από κόκκινο χρυσάφι
που πατάς όπου περνάς,
το χαλί που δεν υπάρχει.

Κι όταν φανείς
αντηχούν όλα τα ποτάμια
στο κορμί μου, σείουν
τον ουρανό οι καμπάνες,
κι ένας ύμνος γεμίζει τον κόσμο.

Μόνο εσύ κι εγώ,
μόνο εσύ κι εγώ, αγάπη μου,

τον ακούμε.

Πάμπλο Νερούδα

Δευτέρα 23 Οκτωβρίου 2017

ΕΙΣΑΙ Ο ΣΤ(Η)ΧΟΣ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΜΟΥ



Ο Bob Marley έχει πει: «Ένα καλό της μουσικής είναι πως όταν σε "χτυπάει" δε νιώθεις πόνο!» Κι αυτή τη νύχτα Δευτέρας, εμείς δυναμώσαμε την ένταση των ηχείων μας, και αφήσαμε τις νότες, να μπουν σε κάθε πόρο του δέρματός μας. Κι έγινες εσύ, ο στ(ή)χος της μουσικής μου.

Καλή ακρόαση!





Παρασκευή 20 Οκτωβρίου 2017

ΕΡΩΤΙΚΕΣ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΥ ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΥ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥ




Τον Γέρο τον βρήκαμε μετά από ώρα να κάθεται και να κείτεται νεκρός σε μια γωνία του καφενείου ενώ έκλεινε ένα αδιάφορο βράδυ Τετάρτης ενός ακόμη πιο αδιάφορου Φθινοπώρου. Τα κάποτε ψαρά γένια του Γέρου είχαν ασπρίσει άσκημα πιο κίτρινα παρά άσπρα, το πρόσωπο του είχε σπάσει – τα παγωμένο του μάτια είχαν βυθιστεί βαθιά μέσα στο κρανίο του, πια δυο κενές κουκκίδες χωμένα σε μια ρυτιδιασμένη σταφίδα. Ότι απέμεινε από ένα μισοφαγωμένο μουστάκι που κάποτε ήταν περήφανη μουστάκα κουνούσε με πείσμα πέρα δώθε στο δροσερό βραδάκι που έγλυφε το λιμάνι χλευάζοντας το πετρωμένο του χείλος.

Οι φήμες στο χωριό λέγανε ότι ο Γέρος είχε φτάσει πολλά χρόνια πριν, πολύ πριν πεθάνουν οι τελευταίοι που ζούσανε ακόμη όταν αυτός είχε πρώτο έρθει. Όταν ζούσε, λίγα έκανε, και ακόμη πιο λίγο μιλούσε. Κάθε Κυριακή και Δευτέρα πρωί έφτανε πρώτος στο γωνιακό καφενείο στο λιμάνι και μου παράγγελνε έναν Ελληνικό βαρύ και ένα στριφτό τσιγάρο.

— Τα δάχτυλα μου, βλέπεις, μου έλεγε κάθε φορά, δεν είναι τα δάχτυλα που ήτανε κάποτε.
Έτσι, ρολόι εγώ κι ο γέρος βγάζαμε τα πρωινά μας κάθε Κυριακή και Δευτέρα που άνοιγα το μαγαζί. Καφές βαρύς, με καθόλου ζάχαρη και γεμάτος πίκρα. Κάποιες φορές έστριβα δύο τσιγάρα – ένα για εκείνον, και ένα για μένα. Κάτι χειμωνιάτικα πρωινά με βροχή, αέρηδες, και κύμα επέμενε αυτός και καθόμασταν έξω απ’ το μαγαζί – στο τραπεζάκι που αφήναμε χειμώνα-καλοκαίρι να το σημαδεύει ο καιρός και ο καφές του Γέρου.

Μια φορά τον ερώτησα το όνομα του.

— Τι σημασία έχει πια; έλεγε με μισό γέλιο, αφού πια δεν έχει σημασία.
— Ε τι δεν έχει σημασία ρε Παππού; τον ρωτούσα.

(Γέρο δεν τον έλεγα ποτέ, δεν μου ‘βγαινε.)

— Δεν έχει, συνέχιζα, σημασία το ποίος είσαι;


Έβγαλε ένα ψαροκάπελο σάπιο από την αλμύρα και βαμμένο με αλάτι και χάιδεψε σαν από παλιά συνήθεια τα λίγα μαλλιά που του είχαν απόμείνει. Με χοντρά, μακριά και άτσαλα δάχτυλα έφερε στα ξεραμένα χείλη του το τσιγάρο που του είχα στρίψει και τον περίμενε. Σκύβοντας προς το μέρος του, του έδωσα φωτιά και πήρε βαθιά, κουρασμένη ανάσα και την κράτησε.

Τα σκοινιά τέντωναν με τον καιρό, τα καΐκια γέρνανε με το κύμα – ο θόρυβος έκοβε την αναμεταξύ μας σιωπή.

Με το μανίκι του σκούπισε την μύτη του που έσταζε. Ένα του μάτι ήταν πάντα κόκκινο, και όλο του έτρεχαν υγρά. Συχνά πυκνά τον έβλεπα από μακριά – χάζευα το μάτι αυτό το μονιμοδακρυσμένο και δεν μπορούσα να καταλάβω αν ήταν θλιμμένος ή θυμωμένος.

Μπορεί να ήταν και τα δύο.

— Γιατί βρε παιδί μου, αναστέναξε, το ποίος είμαι, το ποίος είσαι, δεν είναι τίποτα. Δεν είναι παρά μια σειρά από ιστορίες, που άλλες θα ακούσεις από μένα και άλλα θα τα ακούσεις από άλλους. Όλοι οι άνθρωποι δεν είναι παρά το σύνολο των συλλογικών αυτών ιστοριών. Και όταν μια μέρα δεν έχει μείνει κανένας άλλος να πει με άλλο τρόπο της ιστορίες σου τότε μόνο παύεις να είσαι πια το οτιδήποτε – γίνεσαι ο Κανένας, γίνεσαι και ο Οποιασδήποτε.

Σάστισε. Πήρε την επόμενη του τζούρα και τον περίμενα σιωπηλός.

— Τι λένε για μένα οι αγαπημένοι μου συγχωριανοί;

Χαμογέλασα πικρά.

— Τίποτε δε λένε μωρέ.
— Λέγε βρε, είπε χαριτολογώντας, τ’ απόλαμβάνω γω αυτά.
— Να μωρέ… Λένε ότι έφτασες στο νησί μια μέρα απάνω σε ένα τσακισμένο καΐκι. Ότι είχες μουρλαθεί από τον ήλιο και πίνοντας θαλασσόνερο. Πως έφτασες φωνάζοντας για γοργόνες και πειρατές και τρικυμίες και άλλες τέτοιες…κουταμάρες.
— Τι σόι κουταμάρες;

Σηκώθηκα απότομα.

— Άσε μας ρε Γέρο Δευτεριάτικα!

Μια σκιά πέρασε πάνω από το βλέμμα του, σα να τον απόγοήτευσα, σα να ένιωθε ότι κατά βάθος τον λυπόμουν και ράγιζε η καρδιά μου κάθε φορά που τον έβλεπα τις δύο μόνο φορές της εβδομάδας που μου έκανε παρέα από το άνοιγμα μέχρι το κλείσιμο.

Σα να ήξερε ότι φοβόμουν πως εκεί που είμαι ήταν και εκεί που είναι θα ‘μαι.

— Οι μισοί, ξεφύσηξα, λένε ότι έφυγες τρέχοντας αφήνοντας πίσω σου γυναίκα με παιδί. Οι άλλοι μισοί λένε ότι έσφαξες την γυναίκα σου όταν την βρήκες να πηδιέται με έναν λαουτιέρη. Μαλακίες τώρα, τι με βάζεις να επαναλαμβάνω;

Φόρτωσα τον καφέ στον δίσκο και έφυγα, κρύφτηκα πίσω από το μπαρ. Δεν ξαναβγήκα έξω μέχρι να σηκωθεί, αφού βράδιασε, να φύγει. Όρθιος, με κοιτούσε μέσα από το θολωμένο τζάμι. Με ένα χέρι τράβηξε κοντά του τον γιακά ενός μάλλινου παλτό και το άλλο το σήκωσε για να με χαιρετίσει.

— Καληνύχτα Νικόλα.

Δεν με περίμενε να του απαντήσω και με αργό βάδην χάθηκε από μπροστά μου έχοντας γίνει πλέον ένα με τη νύχτα.

Βγήκα να μαζέψω το τραπέζι, τα κέρματα ήταν εκεί όπως κάθε φορά σε μια στοίβα. Τα μάζεψα σε μια ποδιά και σήκωσα το τασάκι.

Σταμάτησα.

Κάτω από το τασάκι ένα κιτρινισμένο χαρτί διπλωμένο – με μαύρο μελάνι γραμμένο μια ημερομηνία παλιά. Άφησα κάτω τον δίσκο με προσοχή. Παρά το κρύο τα δάχτυλα μου καίγανε με μια ακατανίκητη έλξη. Άρπαξα λαίμαργα το χαρτί και το ξεδίπλωσα εμφανίζοντας μια ξεθωριασμένη φωτογραφία.

Μια υπέροχη νύφη, με φουσκωμένη κοιλιά και τα χέρια εξαιρετικά επιτακτικά τοποθετημένα με προσοχή γύρω από το αγέννητο ακόμη βρέφος. Τα μαλλιά της, μακριά και ξανθοκάστανα, έπεφταν γύρω από του ώμους της και πάνω από ένα σεμνό χαμόγελο περίμεναν υπομονετικά δύο μάτια λιονταρίνας.

Κρατούσε ένα ανθισμένο κλαδί κερασιάς.

Ήταν η ομορφότερη γυναίκα που είχα δει στη σύντομη μου ζωή.

***


Την επόμενη Κυριακή έθαψα τον Γέρο σε έναν φθηνό τάφο που έβλεπε λιγάκι θάλασσα.


George A. Pappas





Δευτέρα 16 Οκτωβρίου 2017

Η ΕΝΤΟΣ ΟΡΑΣΗ



Όταν τα φώτα χαμηλώνουν, μένει ένας βαθύς ορίζοντας να κοιτάς και να αγγίζεις. Για να δημιουργείς έναν δικό σου χρωματικό γαλαξία, γεμάτο με την πυκνή μουσική της όρασης εντός.


Καλή ακρόαση.




Τετάρτη 11 Οκτωβρίου 2017

Η ΝΥΧΤΑ



Το πρωί, όταν άνοιξα τα μάτια μου,
οι κουρτίνες είχαν πετρώσει
έμοιαζαν με τσιμεντένιο ακορντεόν.

Ο καθρέφτης είχε πέσει κάτω,
σπασμένος.

Ανοιγμένα τα φύλλα της ντουλάπας,
σαν μισοσκισμένες σελίδες βιβλίου
κρέμονταν.

Κι όλα τα ρούχα τσαλακωμένα, φορεμένα.

Όπως ένα ανοιχτό στόμα,
έχασκε το συρτάρι του κομοδίνου.
Η φωτογραφία είχε βγει απ' την κορνίζα
μα το τζάμι άθικτο.

Βρήκα το σεντόνι στρωμένο
κάτω από το κρεβάτι.
Οι παντόφλες πλάι - πλάι στην πόρτα
πιεσμένες,
σαν ακόμη να κουβαλούν ένα σώμα.

Το φως ανοικτό,
είχα ξεχάσει να το σβήσω πριν κοιμηθώ
κι η νύχτα εξαγριωμένη

δεν βρήκε που να κρυφτεί.




Κωνσταντίνος Σύρμος


Ανάγνωση: Μαρία Χρονιάρη

Δευτέρα 9 Οκτωβρίου 2017

ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ



Σε μια νύχτα που όλα τα φώτα μιλούσαν παρόν, σε μια νύχτα που τίποτα δεν μπορούσε να αλλάξει τον δρόμο, ήρθε η μουσική να επικυρώσει και να βαπτίσει τη νέα πορεία. 

Καλή ακρόαση!






Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 2017

ΜΙΑ ΕΥΘΥΝΗ ΨΥΧΗΣ


Ο άνθρωπος δεν είναι παρά ένας ανεξάντλητος ωκεανός, γεμάτος από ανεξάντλητες νησίδες φωτός, που οδηγούν πάντα στο ίδιο σημείο: Το εντός του βάθος.



Υπάρχουν στον κόσμο, δίχως να φαίνονται γι’ αυτό που είναι στ’ αλήθεια. Η μάσκα που φορούν, δεύτερη φύση τους. Ενίοτε, πρώτη. Τους συναντάς παντού γιατί πουθενά δεν χωράνε. Με τη μόνιμη, βίαιη αίσθηση του ανικανοποίητου να καίει τη ματιά τους. Όταν μπουν σ’ έναν χώρο, αν δεν είσαι απ’ αυτούς, ένα ρίγος σε κόβει. Διαπεραστικά θα σκάψουν με το βλέμμα τους και με μια λύσσα θαρρείς, να εντοπίσουν. Εκείνο που φέγγει. Και δεν τους μοιάζει. Αυτό που θα κάνει τη διαφορά μέσα στο ανώνυμο πλήθος.

Με τρόπο ύπουλο μα κι επικίνδυνα τρυφερό, θα σε πλησιάσουν. Θα θελήσουν να μάθουν ποιος είσαι, τι κάνεις, τι ζεις και τι θες. Για να ξέρουν με βεβαιότητα τι κουμπιά θα πατήσουν. Κι εσύ, που βασιλεύει μέσα σου η παιδική σου ηλικία, δίνεις μητρώο, ταυτότητα, σπας κωδικούς για ν’ αντέχουν να ζουν. Άρχισες μόλις να χάνεις. Μα το εντός σου λευκό, σ’ εμποδίζει να δεις.

Κι εκείνοι απλώνονται μέσα σου, γύρω σου και παντού. Καταλαμβάνοντας τον ζωτικό σου χώρο. Κάνουν ό,τι μπορούν για να πάρουν το φως που σε κάνει να είσαι. Που δεν τους μοιάζει και το φθονούν. Κι επιβάλλουν. Τις λέξεις, τις σκέψεις μα και τον τρόπο τους. Σου απαγορεύουν να υπάρχεις σε όσα αυτοί δεν μπορούν. Σου κλείνουν πόρτες, παράθυρα, μανταλώνουν τα πάντα με βαριές αλυσίδες, για να είναι σίγουροι πως η αιχμαλωσία σου δεν κινδυνεύει να πάψει.

Τους βλέπεις με κόπο να προσπαθούν να σου αλλάξουν τα μάτια. Ανοίγουν το στόμα σου και σου σφηνώνουν στα δόντια, όσα δεν θέλεις να πεις. Κι όταν αρνείσαι, με τα βρώμικα χέρια τους, σου καρφώνουν πληγές, ενοχές μα και τύψεις. Θέλουν πάντα να είσαι υπόχρεος. Να τους χρωστάς πως υπάρχεις. Πως σε είδαν και σε ξεχώρισαν.

Και καίει μέσα σου η φωτιά της αλήθειας. Κι επαναστατεί το μυαλό, τα χέρια και τα πόδια σου. Ώσπου μια μέρα, αρχίζεις να ουρλιάζεις. Και οι κραυγές σου σπάνε τα σίδερα, και τα παράθυρα ανοίγουν, κι οι πόρτες γκρεμίζονται, και οι αλυσίδες που σου είχαν,τώρα θηλιά στον λαιμό τους. Και σε κοιτούν μικροί και έντρομοι, να μεγαλώνεις μπροστά τους. Τα έκαναν όλα σωστά, μα υπολόγισαν λάθος. Γιατί δεν μέτρησαν την ψυχή σου. Γιατί οι ίδιοι ποτέ δεν είχαν.

Γιατί ποτέ δεν έμαθαν, πως η ελευθερία της ψυχής ισούται με την δύναμη ολάκερης της ανθρωπότητας.


Μαρία  Χρονιάρη

(Το παρόν κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Η φωνή των Ανωγείων", στη μόνιμη στήλη μου "Ιστορίες του Ωκεανού" στο τεύχος που κυκλοφορεί)

Διαβάστε όλη την εφημερίδα εδώ: