Είναι παράξενα κίτρινη μέσα στο μπλε. Ανάβει το τελευταίο σπίρτο της θύμησής του. Όταν χαράξει, τα σημάδια θα ζουν στη γλώσσα τους. Στο άγγιγμα του δέρματος οι πόροι ανοίγουν και μπαίνει. Η ηδονή. Όλη η θάλασσα χύθηκε πάνω της.



(απόσπασμα από το κείμενο "ΧΩΡΑ")

Πέμπτη 30 Αυγούστου 2012

ΑΠΟ ΕΔΩ ΚΑΙ ΠΕΡΑ



"Το θέμα είναι, τώρα τι λες. Καλά φάγαμε, καλά ήπιαμε.
Καλά τη φέραμε τη ζωή μας ως εδώ.
Μικροζημίες και μικροκέρδη συμψηφίζοντας.
Το θέμα είναι, τώρα τι λες."


Μανώλης Αναγνωστάκης, Στόχος 1970






Δευτέρα 27 Αυγούστου 2012

ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΑΛΛΑΖΩ ΖΩΕΣ 12




Ζωγραφίζω ενοχές στις κουρτίνες. Φυτεύω φωτιές στο δωμάτιο. Λέω σημάδι τα κρίνα στο μπαλκόνι.

Στο ταβάνι μου υπάρχει μια παράξενη αντανάκλαση αγάπης.



Μαρία Χρονιάρη

(απόσπασμα από το βιβλίο μου "Εκεί που αλλάζω ζωές", εκδ. Απόπειρα 2010)

Παρασκευή 24 Αυγούστου 2012

ΧΘΕΣ




Το σπίτι μου είναι από μολύβι. Ό, τι χρώμα υπήρχε μέσα του, έγινε στάχτη στη βροχή. Μια όξινη δυνατή βροχή που καλύπτει τα πάντα. Τα έπιπλα κινούνται γύρω μου σαν πεταλούδες που χάθηκαν στο δρόμο.

Πιάνω το μοναδικό έγχρωμο έπιπλο και το κρεμάω στο λαιμό μου. Η φωτογραφία μιας απρόσμενης αγκαλιάς με κοιτάει με αγωνία. «Θα με σώσεις;»  Δεν ξέρω τι να της απαντήσω.

Έξω στο δρόμο, οι άνθρωποι μοιάζουν με λίμνη. Νερένιοι, υγροί. Θέλω να πλησιάσω· όμως το σπίτι και μαζί κι εγώ, όσο πάμε και λιγοστεύουμε. Κάποτε, το σπίτι αυτό ήταν νησί. Μια ατέλειωτη κόκκινη παραλία. Ένας λύκος μια φορά, μου ‘χε χαρίσει το κέλυφος από ένα νεκρό σαλιγκάρι. Για να μην χάνομαι στις νύχτες της ερήμου. Τώρα ούτε λύκος, ούτε ματάκια, ούτε ζωή. Μόνο λίγη άμμος που είχα φυλάξει κάποτε για ώρα ανάγκης.

Όταν το σπίτι βουλιάζει, πέφτεις κι εσύ. Γιατί είναι το δικό σου σπίτι. Και κανείς ποτέ δεν εγκαταλείπει την προσπάθεια να κρατήσει το σπίτι ζωντανό. Αν κάποτε βρεθούμε, το σπίτι μου κι εγώ, παρακαλώ να μας καρφώσετε στην θάλασσα.


Γιατί μόνο εκεί μπορούμε να ζούμε. Γιατί μόνο εκεί πεθαίνουμε.


Μαρία Χρονιάρη

(από το βιβλίο μου "ΕΠΕΙΔΗ ΜΑΖΙ", εκδ. Απόπειρα 2012)


Ευχαριστώ τον Σταύρο Σταυρόπουλο για την προδημοσίευση του κειμένου μου, στο προσωπικό του μπλόγκ
http://sstavropoulos.blogspot.gr/2001/08/blog-post_14.html

Τετάρτη 22 Αυγούστου 2012

ΣΤΗ ΒΕΡΑΝΤΑ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ



Είμ' ένα άστρο, μια τρίχα στο κεφάλι του Θεού, θα πέσω, στο λαιμό φοράω ένα ποίημα, προτού προλάβει να θερμάνει τις καρδιές μας θα σβήσει, αισθάνομαι τα κόκαλά μου να τρίζουν κιόλας από ανεξήγητες επιθυμίες, μα σωπάστε και θυμηθείτε τα μάτια του, να ζήσω μες στις τούφες των μαλλιών του, στα δάχτυλά του ανάμεσα, εκεί που ενώνονται με τα δικά μου μέσα στο σκοτάδι, τα μάτια του, τα μάτια του να λάμπουν σαν φανοί αυτοκινήτων που 'ρχονται καταπάνω σου, και τίποτα να μην ακούγεται, ο θόρυβος κι οι διαφημίσεις του κορμιού να μην υπάρχουν - cette rumer I vient de la ville - τίποτα παρ' αυτός κι εγώ, σε μια βεράντα, το καλοκαίρι.


Κώστας Ταχτσής




Παρασκευή 17 Αυγούστου 2012

ΣΤΑΥΡΟΣΕΙ



Μια σιωπή πλανήθηκε στον χώρο. Μια ανυπόφορη βαριά σιωπή. Σαν πόνος όταν κάποιος πεθαίνει. Σαν βροχή που σπάει στα μάτια σου και πληγώνει. Έξω η νύχτα μοιάζει με ύφασμα. Αν το τραβήξω θα σχιστούν τα όνειρα.

Μια κούκλα με κόκκινα μαλλιά έχει ξαπλώσει στο πάτωμα και με κοιτάζει. Μες στις ρυτίδες των χειλιών της ανθίζουν τα χίλια μου είδωλα. Στα πάνινα χέρια της κρατά τούφες απ’ την ζωή μου. Αν τις αφήσει, θα χιονίσει ευχές. Δεν είναι η έλλειψη που με τρομάζει. Είναι που πια δεν έχω ψυχή να περιμένω.

Σπάνε οι μέρες και χάνεις κάθε σου φως. Θέλω να με απορροφήσει κάποιος. Κουράστηκα τόσα χρόνια να καταπίνω τις φωτοσκιάσεις μου. Όσα μίλησα, λόγια που ξέχασε να τα γυρίσει η ηχώ. Κι όμως, είμαι πάλι έτοιμη να μιλήσω γι’ αγάπη. Να φυσήξω τη στάχτη να σκορπίσει φωτιά.

Μια λευκή διαφάνεια ανοίγει τους δρόμους της να περάσω. Φοράει βραχιόλια τις μικρές μου στιγμές. Ξεκινάει απ’ το τέλος την αρχή. Της μη λύπης. Για όσα έγιναν και πήγαν χαμένα. Γι’ αυτά που θα ‘ρθουν και θα σπείρουν ζωή.
Το πρόσωπό του είναι φτιαγμένο από ζάχαρη. Στη θέση των ματιών του, αναβλύζει μέλι. Θέλω να πιω τα μάτια του. Να καπνίσω το κορμί του. Να γίνουν όλα αντίστροφα τη νύχτα αυτή. 

Άσπρος έρωτας κάτω από φώτα νέον. Η σάρκα του έχει τη γεύση της καραμέλας.4935 εποχές ξημερώνουν στην παλάμη του. Δάχτυλα που μπερδεύονται, σφίγγουν. «Μη φοβάσαι». «Κράτα με». Όλες οι πινακίδες μου γράφουν μαζί.
Και καμία αντίσταση. Τίποτε που να βγάζει σε τέρμα. Μόνο ένα ρήμα σαν παγωτό.

Και τα διάφανα κρίνα να εφημερεύουν.

Μαρία Χρονιάρη

(από το βιβλίο μου "ΕΠΕΙΔΗ ΜΑΖΙ", εκδ. Απόπειρα 2012) 


Τετάρτη 15 Αυγούστου 2012

ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΦΩΣ

Τα βράδια
Όταν η πόλη ερημώνει
Κι οι σιωπές των ανθρώπων
Αντηχούν
Μια λευκή δέσμη φωτός
Αχνοφέγγει στο μαξιλάρι μου

Την ακούω συχνά
Να πλανιέται στο χώρο
Να βαδίζει ήρεμα
Όπως πρέπει
Στο φως

Όταν ξημερώνει
Γίνεται σκιά
Που ακολουθεί τη σκιά μου

Τίποτε άλλο
Γι’ αυτήν
Δεν υπάρχει να πω
Όσες λέξεις κι αν ξέρω
Είναι λίγες

Μια ευχή μοναχά
Για το τέλος

Κάθε φορά
Που ο κόσμος ξεφτίζει
Να υπάρχεις εκεί

Να μου φέγγεις ζωή


Μαρία Χρονιάρη


(από το βιβλίο μου "Η ΣΚΙΑ ΜΟΥ ΚΙ ΕΓΩ" που κυκλοφορεί από τις εκδ. Απόπειρα)



Κυριακή 12 Αυγούστου 2012

ΚΑΜΜΕΝΟΣ ΠΟΝΟΣ ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΑΛΛΑΖΩ ΖΩΕΣ 11


Κάθε μέρα κατεβάζω τα συναισθήματά μου στον κάδο ανακύκλωσης. Με την ελπίδα κάποιος να βρεθεί να τα σώσει.


(Μαρία Χρονιάρη, "Εκεί που αλλάζω ζωές", εκδ. Απόπειρα 2010)


Πέμπτη 9 Αυγούστου 2012

ΓΙΑ ΟΛΑ ΑΥΤΑ, ΠΑΤΕΡΑ


Ξέρεις πατέρα, είναι πολλά αυτά τα "λίγα" που μας κρατούν εδώ. Καρφωμένους στη γη. Γι' αυτό το κάτι, που ποιος ξέρει αν θα 'ρθει. Μόλις χθες πατέρα κατάλαβα τι είναι αλήθεια η μικρή μας στιγμή. Κι όλο ξεφεύγει πατέρα. Ένα πραφ κι έφυγε. Δεν προλαβαίνω ούτε καν να την χωρέσω.

Θυμάσαι πατέρα, όταν ήμουν μικρή; Στα μάτια σου έμαθα την αλήθεια του κόσμου. Να μη μισώ, να αγαπάω, να μοιράζομαι. Είναι αργά για μας πατέρα στον κόσμο ετούτο. Είναι σκληρή η ζωή για μας τους απ' αλλού φερμένους. Όμως εμείς, εκεί πατέρα. Κάθε μέρα σε πείσμα των καιρών, να σκαλίζουμε τη ζωή με τα νύχια μας. Για το αύριο πατέρα. Για να λέμε πως κάτι θα μείνει εδώ από μας. 

Δεν φοβάμαι πατέρα, όχι πια. Μόνο να, που και που, μια θλίψη ανεβαίνει και με πνίγει. Για εκείνα που γλίστρησαν και δεν τα πρόλαβα, επειδή εθώρουνα πως έχω καιρό. Έκανα λάθος πατέρα. Μα θα μου πεις πως ακόμα μπορώ. Προλαβαίνω, έτσι πατέρα; Μόνο αυτό να μου πεις. Προλαβαίνω. Και αν όχι πατέρα, να' σαι εδώ, να κρατηθώ, να μην φύγω στο κύμα.

Δεν στο λέω, μα πολλές φορές ντρέπομαι για ό, τι δεν κατάφερα πατέρα. Για τις ελπίδες που διέψευσα. Θα προσπαθήσω πατέρα, θα δεις. Και τότε θα λάμπω πατέρα. Σαν Κρήτη θα φαίνομαι στη Μεσόγειο. Βουνοκορφή στ' Ανωγειανά όρη.

Κάπου εδώ θα κλείσω πατέρα. Μα πριν τελειώσω θέλω να σου πω ευχαριστώ. Γιατί συνεχίζεις και είσαι ένας φάρος αναμμένος για να μην σκοντάφτει το σκαρί μου. Που ενώ δεν μπορείς, ΟΛΑ τα μπορείς για να μπορώ. Που ακόμη και τώρα που μεγάλωσα, εξακολουθείς να μου δίνεις μαθήματα ζωής και συμπεριφοράς. Που κάθε που κλαίω χωρίς να ρωτάς, χωρίς να μιλήσεις, ανοίγεις τα χέρια σου για να κλάψω μέσα.

Πατέρα σε ευχαριστώ, γιατί αν δεν ήσουν αυτό που είσαι, δεν θα ήμουν αυτό που είμαι. Και κυρίως γιατί εξακολουθείς να μου θυμίζεις πως θέλει κότσια να παραμείνεις άνθρωπος. Για όλα αυτά Πατέρα. Και για τα άλλα.



Μαρία Χρονιάρη




Σάββατο 4 Αυγούστου 2012

Η ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ


Τίποτε δεν είναι πιο εύκολο, από το να ερωτευτεί η ψυχή. Τίποτε δεν είναι πιο δύσκολο, από μια ψυχή ερωτευμένη.


Μαρία Χρονιάρη




Πέμπτη 2 Αυγούστου 2012

ΑΡΝΗΤΙΚΑ ΠΟΥ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΝ ΕΚΤΥΠΩΣΗ




ΜΕ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΥΤΑ ΚΛΕΙΝΕΙ οριστικά ένας κύκλος, μια περίοδος σιωπής.
Γι αυτό και είναι καθαρτικά, σωτήρια. Αποφορτίζουν.
Διαβάζονται δυνατά, όπως δυνατά ακούγεται ένας δίσκος των Rainbow,
οι διπλές κιθάρες των Wishbone Ash, τα μπλουζ τού John Lee Hooker.
Με το κουμπί τού volume στο 9.
Χωρίς ανάσα.
Γι' αυτό και είναι λαχανιαστά, ξέπνοα.

Μεταφέρουν στις πλάτες τους την απώλεια, την ερημιά, το βάρος τής απουσίας.
Έτσι καμιά φορά λυγίζουν, κατρακυλούν σκαλιά, κουβαριάζονται σε γωνίες.
Και μπερδεύονται.
Όπως οι ζωές μας.
Ανήμπορες να καταλήξουν, τρομάζουν στο τέλος.
Πιάνουν πάτο. Και φωνάζουν.
Σαν τραγούδια πού γράφτηκαν νύχτα.
Σαν ποιήματα πού βγήκαν ώρες αιχμής.
Αρνητικά πού περιμένουν εκτύπωση.
Τα κείμενα αυτά σηματοδοτούν το τέλος μιας εποχής.

Μ’ αυτή την έννοια είναι πικρά. Περικλείουν την αγωνία της. Το ξεπέρασμα της.
Λειτουργούν σαν εικόνες της για να θυμίζουν το χρόνο πού πέρασε.
Πού άφησε το χνάρι του πάνω μας.
Πού μετρήθηκε σε βινύλια.
Όλο εκεί, στα γνωστά μέρη. Στους χώρους πού παραφυλάει η απελπισία.
Στα μπαρ, στις πόλεις, στους δρόμους.
Εκεί πού η μοναξιά σε χτυπάει αλύπητα στα βλέφαρα.
Σαν ψιχάλα.

Κι η τρέλα στέκεται υπομονετικά, πάνω απ’ όλες τις μέρες, κάνοντας τον έρωτα να μοιάζει μαριονέτα.
Με ψεύτικο βλέμμα.
Τα κείμενα αυτά κοροϊδεύουν την έως τώρα ισορροπία, αλλάζουν αφετηρίες, στέκονται στη γωνιά έτοιμα για το νέο ξεκίνημα, αφού η μοναξιά αλλάζει όλες τις φωνές, κάνει κάθε τέλος να μοιάζει με καινούργια αρχή.
Μ’ αυτή την έννοια είναι δημιουργικά, ζωογόνα.
Σκαλώνουν στο μεταίχμιο. Ψάχνουν να βρουν χώρους να απλωθούν.
Να κουρνιάσουν στις σιωπές πού υπάρχουν ανάμεσα στις λέξεις.
Στα κενά διαστήματα.
Για να ριζώσουν.

Εκεί, λίγο μετά τον υψηλό πυρετό, λίγο πριν την οριστική ίαση, αναδιπλώνουν  τον πόνο.
Γι αυτό και είναι μουντά, ανυπόμονα.
Και υγρά.
Σαν ροκ μπαλάντες.
Γιατί ροκ δεν είναι μόνο τα τραγούδια.
Είναι και ο ήλιος πού κρεμιέται σε απόκρημνες πλαγιές.
Τα άδεια ποτήρια.

Τα κοντομάνικα μακό στην καρδιά τού χειμώνα.
Ένα βιβλίο χωρίς ιστορίες.
Το σπασμένο μπρελόκ σου.
Η θλίψη στα μάτια σου.




 
                                                                                            Σταύρος Σταυρόπουλος

                                                                                                   Μοσχάτο,  Άνοιξη 2001



Από το βιβλίο του Σταύρου Σταυρόπουλου "Το ροκ που παίζουν τα μάτια σου", εκδ. Απόπειρα 




(Το βίντεο το έφτιαξε ο drapetis 83, και έχει αποσπάσματα από το βιβλίο.)