Σε συνέχεια της προηγούμενης ανάρτησης
Β΄ ΣΧΕΣΗ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Μα η ηθική μας ανηφορίζει ακόμα αψηλότερα. Όλοι είμαστε ένας στρατός και
μαχόμαστε. Μα δεν ξέρουμε με βεβαιότητα αν θα νικήσουμε, δεν ξέρουμε με βεβαιότητα
αν θα νικηθούμε.
Υπάρχει σωτηρία, υπάρχει ένας σκοπός που τον υπηρετούμε κι υπηρετώντας τον
βρίσκουμε τη λύτρωση μας; ή δεν υπάρχει σωτηρία, δεν υπάρχει σκοπός, όλα είναι
μάταια κι η συνεισφορά μας δεν έχει καμιάν αξία;
Μήτε το ένα μήτε το άλλο. Ο Θεός μας δεν είναι παντοδύναμος, δεν είναι
πανάγαθος, δεν είναι σίγουρος πώς θα νικήσει, δεν είναι σίγουρος πώς θα
νικηθεί. Η ουσία του Θεού μας είναι σκοτεινή, ωριμάζει ολοένα, ίσως η νίκη
στερεώνεται με κάθε γενναία μας πράξη, ίσως κι όλες τούτες οι αγωνίες για
λυτρωμό και νίκη είναι κατώτερες από τη φύση της θεότητας. Ό,τι κι αν είναι, εμείς πολεμούμε χωρίς βεβαιότητα, κι η αρετή μας, μη
όντας σίγουρη για την αμοιβή, αποχτάει βαθύτατη ευγένεια.
Όλες οι εντολές αναστατώνουνται. Δε βλέπουμε, δεν ακούμε, δε μισούμε, δεν
αγαπούμε πια σαν πρώτα. Ανανεώνεται η παρθενία της γης. Καινούρια γέψη παίρνει
το ψωμί, το νερό, η γυναίκα. Καινούρια, ανυπολόγιστη αξία, η πράξη. Όλα αποχτούν απροσδόκητη αγιότητα· η ομορφιά, η γνώση, η ελπίδα, ο
οικονομικός αγώνας, οι καθημερινές, τάχατε ασήμαντες, έγνοιες. Παντού
ανατριχιάζοντας νογούμε την ίδια γιγάντια σκλαβωμένη Πνοή να μάχεται για
ελευτερία. Καθένας έχει το δρόμο τον εδικό του που τόνε φέρνει στη λύτρωση· ο ένας την
αρετή, ο άλλος την κακία.
Αν ο δρόμος που οδηγάει στη λύτρωση σου είναι η αρρώστια, η ψευτιά, η
ατιμία, χρέος σου να βυθιστείς στην αρρώστια, στην ψευτιά, στην ατιμία, για να
τις νικήσεις. Αλλιώς δε σώζεσαι.
Αν ο δρόμος που οδηγάει στη λύτρωση σου είναι η αρετή, η χαρά, η αλήθεια,
χρέος σου να βυθιστείς στην αρετή, στη χαρά, στην αλήθεια, για να τις νικήσεις,
να τις αφήσεις πίσω σου. Αλλιώς δε σώζεσαι. Δεν πολεμούμε τα σκοτεινά μας πάθη με νηφάλια, αναιμικιά, ουδέτερη, πάνω
από τα πάθη αρετή. Παρά με άλλα σφοδρότερα πάθη.
Αφήνουμε τη θύρα μας ανοιχτή στην αμαρτία. Δε βουλώνουμε τ΄ αυτιά μας να
μην ακούσουμε τις Σειρήνες. Δε δενόμαστε από φόβο στο κατάρτι μιας μεγάλης
Ιδέας· μήτε παρατούμε το καράβι και χανόμαστε γρικώντας, φιλώντας τις Σειρήνες.Παρά εξακολουθούμε την πορεία μας, αρπάζουμε και ρίχνουμε τις Σειρήνες στο
καράβι μας και ταξιδεύουν κι αυτές μαζί μας. Τούτη είναι, σύντροφοι, η
καινούρια Ασκητική μας!
Ο Θεός φωνάζει στην καρδιά μου: Σώσε με!
Ο Θεός φωνάζει στους ανθρώπους, στα ζώα, στα φυτά, στην ύλη: Σώσε με!
Άκου την καρδιά σου κι ακλούθα τον. Σύντριψε το σώμα σου κι ανάβλεψε: Όλοι
είμαστε ένα!
Αγάπα τον άνθρωπο, γιατί είσαι συ.
Αγάπα τα ζώα και τα φυτά, γιατί ήσουνα συ, και τώρα σε ακλουθούν πιστοί
συνεργάτες και δούλοι.
Αγάπα το σώμα σου· μονάχα με αυτό στη γης ετούτη μπορείς να παλέψεις και να
πνεματώσεις την ύλη.
Αγάπα την ύλη· απάνω της πιάνεται ο Θεός και πολεμάει. Πολέμα μαζί του.
Να πεθαίνεις κάθε μέρα. Να γεννιέσαι κάθε μέρα. Ν΄ αρνιέσαι ό,τι έχεις κάθε
μέρα. Η ανώτατη αρετή δεν εϊναι να ΄σαι ελεύτερος, παρά να μάχεσαι για
ελευτερία.
Μην καταδέχεσαι να ρωτάς: "Θα νικήσουμε; Θα νικηθούμε;" Πολέμα!
Η επιχείρηση του Σύμπαντου, για μιαν εφήμερη στιγμή, όσο ζεις, να γίνει
επιχείρηση δική σου. Τούτος είναι, σύντροφοι, ο καινούριος Δεκάλογος μας!
Νικόλαος Καζαντζάκης, απόσπασμα από το βιβλίο του "Ασκητική"