Συμβαίνουν τόσα πολλά ταυτόχρονα,
που το μυαλό μου δεν έχει τον απαιτούμενο χρόνο για να τα επεξεργαστεί. Να τα
κατανοήσει. Να τα μπορέσει. Γύρω όλα είναι μια αδυσώπητη πραγματικότητα γεμάτη
με μείον. Όλα έχουν μια αφαίρεση, λες και υπάρχουν μόνο γι' αυτή. Λες και ζουν
για να λείπουν. Άλλες φορές χωρίς, πριν καν να υπάρξουν. Βουίζει το μέσα στο
μυαλό μου. Η ουσία από την οποία είναι φτιαγμένο. Και με προκαλεί, με προσκαλεί
να ουρλιάξω. Με παρακαλεί. Με προστάζει. Αλλά εγώ το στόμα μου κρατάω
σφαλισμένο.
Με πείσμα. Με αυτό το πείσμα
που σου δίνει η απόγνωση. Γιατί γνωρίζεις πως δεν θα ακουστείς. Φωτιές. Παντού
φωτιές. Γύρω όλα μυρίζουν στάχτη και θάνατο. Το χρώμα έφυγε και άφησε στη θέση
του την τρύπα του κενού. Της ζωής που ήταν μα έφυγε κι αυτή. Την φύγαμε. Εμείς.
Κι ίσως κάποια στιγμή ξεχάσει να γυρίσει.
Κάθε μέρα ανοίγω τα μάτια μου
και ξεδιπλώνω το ταβάνι μου. Έπειτα στρώνω έναν δικό μου ουρανό κι επάνω του
καρφιτσώνω όλα τα μελλούμενα. Και τα κοιτάζω να ανθίζουν, να μεγαλώνουν, να
γιγαντώνονται. Να απλώνουν και το σύμπαν να αγκαλιάζουν. Η δική μου
πραγματικότητα έχει δύναμη. Τη δύναμη. Να αλλάξει, να μεταμορφώσει, να
δημιουργήσει, και να δώσει πνοή σε ό,τι το εντός μου θέλει να ονοματίσει.
Θα καταργήσω λέξεις όπως
έλλειψη, απελπισία, πόνος, καταστροφή. Στη θέση τους λουλούδια θα φυτέψω.
Δέντρα και φως και θάλασσες. Νέα φωνήεντα θα ιδρύσω, να πολλαπλασιάζω τη χαρά
και την ελπίδα.
Και κάθε νύχτα τις ευχές μου
θα φυσάω στον Θεό, τόπο για να τις κάνει.
Μαρία Χρονιάρη Sandhu