Πρωϊνό Πέμπτης 6 Δεκεμβρίου 1990. Με βαριά διάθεση σαν ένα βαθύ πόνο ετοίμαζα τη σχολική μου σάκα. Δεν ήταν εκείνη η γνώριμη κακοδιαθεσία που παρέπεμπε στη βαρεμάρα για το σχολείο. Ήταν κάτι απροσδιόριστο. Σε όλο το δρόμο σιγοτραγουδούσα ένα πολύ αγαπημένο μου τραγούδι, «πού να γυρίζεις, πού να γυρίζεις...» Μόλις φτάνω στην καγκελόπορτα του σχολείου βλέπω τους φίλους μου να τρέχουν αλαφιασμένοι προς το μέρος μου φωνάζοντας: «Πέθανε ο Παύλος, πέθανε ο Παύλος!!» Χωρίς να μπορώ να κάνω αυτόματα τη σύνδεση, άρχισα να επαναλαμβάνω εκείνο που είχα ακούσει. Πέ-θα-νε ο Παύ-λος.
Σκοτάδι ξαφνικά κι η καρδιά μου χτυπάει απροσάρμοστα. «Γιατί;» ρώτησα. Η απάντηση όμως ήταν γνωστή. Ο θάνατός του ήταν θέμα χρόνου. Η εξάρτηση δύσκολα παλεύεται κι η πρέζα είναι γλυκιά, πολύ γλυκιά μα είναι κλειστά τα περιθώριά της. Νομίζω πως όλες τις ώρες των μαθημάτων της μέρας εκείνης, κανείς απ΄ τους φίλους μου δεν ήταν στην αίθουσα. Ήμασταν όλοι ως ει παρόντες, περιμένοντας συνωμοτικά να χτυπήσει το κουδούνι για το σχόλασμα. Χωρίς να μιλάμε, με τα κεφάλια κατεβασμένα πήραμε ο καθένας το δρόμο για το σπίτι του. Εκείνο το απόγευμα αποφάσισα να μην πάω στο φροντιστήριο κι έκατσα στο στερεοφωνικό βάζοντας το ένα LP μετά το άλλο. Δεν ήθελα να συζητήσω τίποτα που να αφορά στο γεγονός.
Στις 8 Δεκεμβρίου η αναγγελία του θανάτου του ήταν πρωτοσέλιδο στην Ελευθεροτυπία. «..Παραιτήθηκε απ΄ τη ζωή... Λευκός θάνατος... 41χρόνων.» Από εκείνη την ημέρα ξεκίνησε η «αγιοποίηση» του Παύλου από μία μερίδα του τύπου αλλά και από ανθρώπους που όσο ζούσε τον είχαν στα μαύρα κατάστιχα. Γράφηκαν βιβλία- κι ακόμα γράφονται- έγινε ταινία με θέμα τη ζωή του από το φίλο του σκηνοθέτη Ανδρέα Θωμόπουλο, ακούστηκαν πολλά. Ο Παύλος πουλάει περισσότερο μετά θάνατον. Κι ένα ερώτημα αυτόματα γεννιέται: Γιατί πρέπει πάντα να αναγνωρίζουμε το μέγεθος ενός ανθρώπου αφού πεθάνει; Γιατί τότε είναι ακίνδυνος. Γιατί η σκόνη απ΄ τη λάμψη του μπορεί να γίνει ο δικός μας μανδύας.
Δεν ξέρω τι ήταν ο Παύλος για τους άλλους. Ξέρω τί ήταν για μένα και τη γενιά μου. Ένας άνθρωπος. Χωρίς φωτοστέφανο. Με ευαισθησίες, λάθη, αλήθειες που δεν τις έκρυψε ποτέ. Κι εμείς, είχαμε βρει στη φωνή και τα λόγια του τη δική μας φωνή. Για όλα όσα μας έλειπαν, ζούσαμε, ζητούσαμε.
Ο Σιδηρόπουλος άφησε ένα κενό που δεν μπορεί να καλυφθεί. Έχουν προσπαθήσει αρκετοί, μα χωρίς αποτέλεσμα. Χάθηκαν στο κυνήγι της εμπορικότητας και της δόξας. Ίσως γιατί βαθιά μέσα τους, είναι αντεργκράουντ με στρας.
Είκοσι ένα χρόνια μετά και τα τραγούδια του όχι μόνο δεν ξεθώριασαν αλλά απέκτησαν με το πέρασμα των χρόνων μεγαλύτερη δυναμική. Οι γενιές που ακολούθησαν τη δική μου μιλούν γι΄ αυτόν σαν να είναι εδώ. Γιατί οι καιροί εξακολουθούν να είναι δύσκολοι για πρίγκιπες. Γιατί οι σοβαροί κλόουν συνεχίζουν να συλλαβίζουν την αλφαβήτα της σιωπής.
Παυλάκη, όπου και να γυρίζεις, να είσαι καλά. Κι όσο για μας, άντε και καλή τύχη μάγκες.
Μαρία Χρονιάρη
Περιοδικό Οδός Πανός, τχ. 153-154
Απρίλιος - Σεπτέμβριος 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου