Η νύχτα περιμένει έξω απ’ την πόρτα μου
Την τυλίγω με αγωνία σ’ ένα χαλί
Και την αφήνω παγωμένη στο τζάκι
Ό, τι κι αν κάνεις
Η φωτιά είναι εκεί
Στην προκυμαία υπάρχει ένα πλοίο
Ο φυγάς μέσα μου
Επικυρώνει το εισιτήριο
Η όρασή μου γίνεται διπλή
Τα γεγονότα συμβαίνουν ερήμην μου
Παίρνω ένα νόμισμα
Και το φυτεύω στη γλάστρα
Για να ανθίσει
Τα φαντάσματα πέθαναν
Και το ψυγείο μου έχει γεμίσει
Άδικες αναμνήσεις
Τις κρατάω εκεί
Για να μαζεύω τον άδειο καιρό
Στο πίσω μέρος της αυλής
Έχω θάψει μερικές φωνές
Απ’ τις μέρες μας
Τις έχτισα καλά
Να μη μυρίζει ο θάνατος
Αν πας απ’ τη μια μεριά
Εκεί που τρέχει το σιντριβάνι
Θα δεις να πενθούν στολισμένα
Τα τελευταία μου όνειρα
Κι ένα γέρικο σκύλο
Να κρατάει στα δόντια του
Το φεγγάρι
Αν πας απ’ την άλλη
Εκεί που τρέχει η ζωή
Θα δεις τις φωνές να μεγαλώνουν
Με τις βραδινές τουαλέτες τους
Αξύριστες
Τους τελευταίους δυο μήνες
Κρατάω για τώρα την αγωνία
Που καίει σαν θειάφι
Διαιρώντας τη γλώσσα μου
Όλο το χρυσάφι
Θα τρέξει αργότερα
Μαρία
Χρονιάρη - Σταύρος Σταυρόπουλος
10/02/2014
(Μικρές
ασκήσεις γραφής, με το μολύβι στα δόντια. Να λειτουργούν οι ματιές, σαν
τροχαλίες. Μια λέξη δική σου, μια δική μου. Σειρές που εναλλάσσονται με ταχύτητα,
θρασύτητα, αλχημεία. Στην τύχη. Ιστορίες. Και επιπλέον δοκιμές. Ανάξια ψέματα.
Αληθινές εξάρσεις. Έγκλημα και τιμωρία. Για τώρα. Τα ποιήματα μεικτά, ανάμεσα
σε δυο ανθρώπους τόσο διαφορετικούς. Αλλά τόσο ίδιους. Όπως η ζωή. Μεικτή. Από
διαφορετικά βαρελάκια χρώμα. Ο πόνος είχε πάντα δυο ονόματα. Η γραφή είναι η
αγωνία του. Η σάρκα που επιμένει να παραμένει. Αναμμένη. Επειδή μετά. Επειδή
μέλλον.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου