Είναι μια λύπη που στάζει μέσα μου
Με το μαύρο μελάνι της
Ζωγραφίζει βροχή
Κι όλο να μεγαλώνει το χάος
Ανάμεσα στις ματιές μας
Κι όλο οι παλάμες
Να ιδρώνουν από εκείνο
Που λείπει
Ένας νεκρός φωτισμός
Διαγράφει στιγμές
Και κάτι χαμένα φωνήεντα
Που είχαν σωθεί για ώρα ανάγκης
Τώρα σβήνουν σαν ίχνη που
Φοβούνται το πριν
Κανείς δεν χωράει εδώ
Μόνο αν φύγεις
Να μην ξεχάσεις να φορέσεις
Εκείνο το παιδικό σου χαμόγελο
Και κάτι ήλιους που φωνάζαν ζωή
Τώρα όλες οι σιωπές μου
Γίναν νύχτες στα χέρια σου
Μαρία Χρονιάρη
(από το βιβλίο μου "Η ΣΚΙΑ ΜΟΥ ΚΙ ΕΓΩ" που κυκλοφορεί από τις εκδ. Απόπειρα)
Όμορφο το ανέκδοτο –ή μήπως ανένδοτο;– ποίημα. Έχω να σχολιάσω, απλώς, "κλέβοντας" μια φράση από μια ταινία που είδα χθες (The Man from Earth): Ίσως είμαι πολύ λυπημένος για να κλάψω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπλάκ Μπέρντ,
ΑπάντησηΔιαγραφήσε ευχαριστώ για το σχόλιό σου. Όλα τα ποιήματα οφείλουν να είναι ανένδοτα. Έτσι κι αλλιώς, όλα μια λύπη είναι.
Αυτό μόνο.
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://sstavropoulos.blogspot.gr/2013/08/terminus-ante-quem.html
Αυτό μόνο.
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.youtube.com/watch?v=rab2Ux3iDww