Είναι παράξενα κίτρινη μέσα στο μπλε. Ανάβει το τελευταίο σπίρτο της θύμησής του. Όταν χαράξει, τα σημάδια θα ζουν στη γλώσσα τους. Στο άγγιγμα του δέρματος οι πόροι ανοίγουν και μπαίνει. Η ηδονή. Όλη η θάλασσα χύθηκε πάνω της.



(απόσπασμα από το κείμενο "ΧΩΡΑ")

Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2012

ΑΠΟΨΕ




Δεν ξέρω
Πότε ακριβώς
Γνωριστήκαμε

Δεν ξέρω
Σε ποιο όνειρο
Σκοτώσαμε τις νύχτες

Δεν ξέρω
Αν ποτέ
Ζήσαμε το ψέμα μας
Σε δωμάτια
Με κόκκινο κύμα

Δεν θυμάμαι καν
Ποια στιγμή
Αγαπηθήκαμε

Απόψε όμως
Θα κοιμηθεί


Πάνω στα μαλλιά μου 


Μαρία Χρονιάρη

(από το βιβλίο μου "Η ΣΚΙΑ ΜΟΥ ΚΙ ΕΓΩ" που κυκλοφορεί από τις εκδ. Απόπειρα)

Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2012

ΜΙΑ ΚΡΥΜΜΕΝΗ ΑΛΗΘΕΙΑ


Ο πόνος του δημιουργού, του καλλιτέχνη, οφείλεται ακριβώς στην ιδιαίτερη ευαισθησία του να συλλαμβάνει την πραγματικότητα, εσωτερική και εξωτερική, που διαφέρει από την φαινομενική πραγματικότητα και διαφεύγει από τους άλλους.

Νόιμαν, 1954

Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2012

ΙΔΙΩΝΥΜΟ


Εκείνο που φοβάμαι πιο πολύ
είναι μη γίνω "ποιητής".
Μην κλειστώ στο δωμάτιο
ν' αγναντεύω τη θάλασσα
κι απολησμονήσω.
Μην κλείσουν τα ράματα στις φλέβες μου
κι από θολές αναμνήσεις κι ειδήσεις της ΕΡΤ
μαυρίζω χαρτιά και πλασάρω απόψεις.

Μη με αποδεχτεί η ράτσα που μας έλειωσε
για να με χρησιμοποιήσει.
Μη γίνουν τα ουρλιαχτά μου μουρμούρισμα
για να κοιμίζω τους δικούς μου.
Μη μάθω μέτρο και τεχνική
και κλειστώ μέσα σ' αυτά
για να με τραγουδήσουν.

Μην πάρω μεγάλα κιάλια για να φέρω πιο κοντά
τις δολιοφθορές που δε θα παίρνω μέρος
μη με πιάσουν στην κούραση
παπάδες κι ακαδημαϊκοί
και πουστέψω.

Έχουν όλους τους τρόπους αυτοί
και την καθημερινότητα που συνηθίζεις
όλα έτσι παν'
σκυλιά μας έχουν κάνει να ντρεπόμαστε την αργία
περήφανοι για την ανεργία.

Έτσι είναι.
Μας περιμένουν στη γωνία
καλοί ψυχίατροι και κακοί αστυνόμοι.
Ο Μάρξ...
τον φοβάμαι
το μυαλό μου δρασκελάει κι αυτόν
αυτοί οι αλήτες φταίνε
δεν μπορώ γαμώτο να τελειώσω αυτό το γραφτό
μπορεί... ε;... μιαν άλλη μέρα...

Κατερίνα Γώγου, "ΙΔΙΩΝΥΜΟ", εκδ. Καστανιώτη



Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2012

ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ




Ό, τι μπορείς κι ό, τι δεν μπορείς, συχνά καθορίζονται από μια ακαθόριστη αξιοπρέπεια. Τί είναι αυτό; Από πού αρχίζει και πού τελειώνει η αξιοπρέπεια; Ποιός είναι αυτός που την ορίζει; Τί πρέπει να είναι αρκετά άξιο να πρέπει; Πόσο ψέμα χωράει και πόσο εγωισμό; Κι αν θέλεις να την βρεις, πού ψάχνεις; Μπορεί να υπάρξει ακόμα κι εκεί που δεν φαίνεται; Και πού φαίνεται τελικά; Με τι μοιάζει; Είναι μεγάλη; Μικρή; Ποιός επιθετικός προσδιορισμός προηγείται; Ποιός έπεται; Ποιός ντρέπεται;

Τί είναι αυτό που σε κάνει λιγότερο ή περισσότερο αξιοπρεπή; Ποιός το λέει; Πότε; Πώς χάνεται; Είναι επίκτητη ή γεννιέσαι μ’ αυτήν; Κι όταν την χάσεις, τι γίνεται; Παύει απλά να υπάρχει ή χάνεις μόνο ένα κομμάτι της; Γίνεται αυτό, και με ποιόν τρόπο; Κι αν θέλεις να την ξαναβρείς; Θα είναι η ίδια ή θα έχει αλλάξει; Θα θέλεις να είναι η ίδια; Κι αν δεν μπορείς; Τότε τι κάνεις;

Ζει κανείς χωρίς αξιοπρέπεια; Πού; Πώς; Γιατί; Και οι άλλοι τι γνώμη έχουν γι’ αυτό; Πρέπει να έχουν; Κάνει να την εκφράσουν; Αν μιλήσουν, αλλάζει κάτι; Καλυτερεύουν ή χειροτερεύουν τα πράγματα; Είναι θέμα τακτικής; Τάξης; Ηθικής; Σκοτώνει κανείς από αξιοπρέπεια; Για αξιοπρέπεια; Μπορείς να πεθάνεις γι’ αυτήν; Έχει τόση σημασία, και ποιός της την έδωσε; Τί είναι αυτό που την κάνει να σημαίνει; Γιατί οι άνθρωποι επιμένουν στην ουσία της; Τί τους κάνει να την ζητούν;

Υπάρχει αξιοπρέπεια που να απορρίπτεται; Με ποιά κριτήρια την δέχεται κάποιος; Χωρίζεται σε κατηγορίες και ποιες είναι αυτές; Όλοι την αντιλαμβάνονται το ίδιο; Διαμορφώνεται κατά το δοκούν; Είναι ζήτημα τιμής ή ατιμίας; Μπορείς απ’ αυτήν να πεθάνεις; Κάτω από ποιές συνθήκες;

Αναγνωρίζεται νομικά; Ποιό είναι το τίμημά της; Ξεπουλιέται; Αγοράζεται; Αντικαθίσταται από κάτι άλλο; Τί είναι αυτό; Αξίζει να αξίζει να πρέπει; Γιατί πρέπει; Πού βρέθηκε η λέξη αυτή; Πώς αποδίδεται; Είναι ζήτημα προσωπικό; Αν απλά νομίζεις πως την έχεις; Και ποιός θα σου αποδείξει το αντίθετο; Θα είναι σωστό για να ισχύει; Μέχρι πότε; Ποιός το οριοθετεί;

Τί οχυρώνει την αξιοπρέπεια και για πόσο; Χρειάζεται να την δείχνεις και σε ποιές περιπτώσεις; Είναι κατάσταση πνευματικού ή ψυχικού ελέγχου; Έχει ρίζες στο συνειδητό ή το υποσυνείδητο την φέρνει στην επιφάνεια κάθε που δέχεται- ή νομίζει ότι δέχεται- μια προσβολή; Όλοι προσβάλλονται το ίδιο για την αξιοπρέπειά τους; Αν ό, τι πρέπει κι ό, τι δεν πρέπει, δεν επιτρέπονται; Γιατί απαγορεύονται;

Είναι άξιο αναφοράς όλο αυτό κι εμένα τελικά γιατί με νοιάζει;         

Μαρία Χρονιάρη

( από το νέο μου βιβλίο "ΕΠΕΙΔΗ ΜΑΖΙ", που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδ. Απόπειρα 2012)      

Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

ΔΕΚΑΛΟΓΟΣ ΑΓΑΠΗΣ



Αγαπώ τους φιλόδοξους γιατί με εμπνέουν.
Αγαπώ τους αποτυχημένους γιατί με διδάσκουν.
Αγαπώ τους ταπεινούς γιατί έχουν Θεϊκό χάρισμα.
Αγαπώ τους πλούσιους γιατί έχουν μοναξιά.
Αγαπώ τους φτωχούς γιατί είναι πολλοί και καλοί.
Αγαπώ τους νέους για την πίστη που έχουν.
Αγαπώ τους ηλικιωμένους για τη σοφία τους.
Αγαπώ τις ωραίες για τα λυπημένα τους μάτια.
Αγαπώ τις άσχημες για τις ειρηνικές ψυχές τους.
Αγαπώ τους Ανθρώπους όπως είναι κι όχι όπως θα ήθελα να είναι.

Φώτιος Μικελάκης

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2012

ΕΠΕΙΔΗ ΜΑΖΙ - ΕΠΙΜΕΤΡΟ



Τα κείμενα του Επειδή μαζί συγκροτούν ένα πλάσμα σημείων, ένα παλίμψηστο ιδεών όπου το μετέωρο συνοικεί με το κατασταλαγμένο και η τόλμη υπερβαίνει το δέος της. Αν δεις τις λέξεις ξεχωριστά, απελευθερωμένες απ’ τη ευκαιριακή τους ταυτότητα, και τις αντιμετωπίσεις ως εγκόσμια υλικά σώματα, θα διαπιστώσεις ότι κάπου χάνονται. Μακριά. Μοιάζουν με χαρταετούς που πετούν –  έχουν τόσο απομακρυνθεί, που δεν μπορείς καν να υποθέσεις το σχήμα τους. Κι όμως. Το σημείο αναγνώρισης παραμένει η τροχιά που διαγράφουν, κάτι μικρά φτερά στο τέλος της ουράς. Οι αιώνιες λιακάδες, οι έγχρωμες σταγόνες ήλιου που ενυπάρχουν μέσα στο ασπρόμαυρο κάδρο τους, τις καθιστούν εκτυφλωτικά λυπημένες. Αυτό όμως δεν είναι και η Τέχνη; Ένα μπουκάλι λύπη καρφωμένο στην άμμο που το δέρνει το φως;

Ο λόγος συναρθρώνεται, καλύτερα δυσαρθρώνεται, σε δύσβατο ερωτικό μόρφωμα, που παρόλο που διατηρεί την σημαία της εξομολόγησης, κρατάει περίτεχνα τα κλειδιά της αποκρυπτογράφησής του κρυμμένα σε αφώτιστα αποσπάσματα ζωής. Θα μπορούσε να ήταν και ένας θρίαμβος του λίγου στην διασταύρωσή του με το πολύ, μια αειθαλής ερωτοτροπία με το ελάχιστο που περικλείει το όλον. Θα μπορούσε, αν δεν ήταν μαζί.

Ουσιαστικά αυτό που κάνει η Μαρία Χρονιάρη είναι να ορίζει με έναν ανακριβή τρόπο κάτι απόλυτα ακριβές: Ότι όσο η ζωή συνεχίζει να περιβάλλεται από θάνατο, τόσο ο θάνατος θα μεταβάλλεται σε παντοδύναμη αφορμή της, τόσο το όμορο και το ταυτόσημο θα εκπέμπει το αντιθετικό του σήμα στο διηνεκές. Επειδή δεν μπορεί αλλιώς. Και επειδή μαζί.

Με την αφορμή: O διαβατήριος σταθμός της λογοτεχνίας ήταν ανέκαθεν η αγάπη. Αυτή που μακροθυμεί, χρηστεύεται, ου ζηλοί, ου περπερεύεται, ου φυσιούται, ου ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν. Αυτή η αγάπη – ως αναγκαία και ικανή συνθήκη του μαζί, αλλά και ως εγκαταλειμμένη θρησκεία – βρίσκει το περιβάλλον της επώασής της στις ασύμβατες λέξεις του Επειδή μαζί. Βρίσκει, δηλαδή, το κοσμικό της αρχέτυπο, απαντώντας τον εαυτό της στον καθρέφτη.
Εκεί, μπορεί πλέον, ως ανοιγμένη φλέβα, να ασκήσει το μοναχικότερο των καθηκόντων της: το χρέος της κραυγής. Μιας και τις απορίες για τη ζωή θα τις λύσουν τελικά τα φαντάσματα.

                                                                                                   Σταύρος Σταυρόπουλος

(Κείμενο του Σταύρου Σταυρόπουλου από το Επίμετρο της έκδοσης)

Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις Εκδ. Απόπειρα, Νοέμβριος 2012

Δείτε εδώ την δημοσίευση στην εφημερίδα ΑΝΩΓΗ

Η Μαρία Χρονιάρη γεννήθηκε στην Αθήνα και κατάγεται από τα Ανώγεια της Κρήτης. Σπούδασε τηλεόραση, έκανε σεμινάρια σκηνοθεσίας και εργάζεται ως οπερατέρ.

Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή Εκεί που αλλάζω ζωές, εκδ. Απόπειρα. Στο θέατρο έχει σκηνοθετήσει την παράσταση της ομάδας IlluminArti, Το ροκ που παίζουν τα μάτια σου, από το ομώνυμο βιβλίο του Σταύρου Σταυρόπουλου.

Το Επειδή μαζί είναι το δεύτερο βιβλίο της.

Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2012

ΕΠΕΙΔΗ ΜΑΖΙ




ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

ΜΑΡΙΑ ΧΡΟΝΙΑΡΗ
ΕΠΕΙΔΗ ΜΑΖΙ

ΑΠΟΠΕΙΡΑ, 2012


Τα κείμενα του Επειδή μαζί συγκροτούν ένα πλάσμα σημείων, ένα παλίμψηστο ιδεών όπου το μετέωρο συνοικεί με το κατασταλαγμένο και η τόλμη υπερβαίνει το δέος της. Αν δεις τις λέξεις ξεχωριστά, απελευθερωμένες απ’ τη ευκαιριακή τους ταυτότητα, και τις αντιμετωπίσεις ως εγκόσμια υλικά σώματα, θα διαπιστώσεις ότι κάπου χάνονται. Μακριά. Μοιάζουν με χαρταετούς που πετούν –  έχουν τόσο απομακρυνθεί, που δεν μπορείς καν να υποθέσεις το σχήμα τους. Κι όμως. Το σημείο αναγνώρισης παραμένει η τροχιά που διαγράφουν, κάτι μικρά φτερά στο τέλος της ουράς. Οι αιώνιες λιακάδες, οι έγχρωμες σταγόνες ήλιου που ενυπάρχουν μέσα στο ασπρόμαυρο κάδρο τους, τις καθιστούν εκτυφλωτικά λυπημένες. Αυτό όμως δεν είναι και η Τέχνη; Ένα μπουκάλι λύπη καρφωμένο στην άμμο που το δέρνει το φως;

Ο λόγος συναρθρώνεται, καλύτερα δυσαρθρώνεται, σε δύσβατο ερωτικό μόρφωμα, που παρόλο που διατηρεί την σημαία της εξομολόγησης, κρατάει περίτεχνα τα κλειδιά της αποκρυπτογράφησής του κρυμμένα σε αφώτιστα αποσπάσματα ζωής. Θα μπορούσε να ήταν και ένας θρίαμβος του λίγου στην διασταύρωσή του με το πολύ, μια αειθαλής ερωτοτροπία με το ελάχιστο που περικλείει το όλον. Θα μπορούσε, αν δεν ήταν μαζί.

Ουσιαστικά αυτό που κάνει η Μαρία Χρονιάρη είναι να ορίζει με έναν ανακριβή τρόπο κάτι απόλυτα ακριβές: Ότι όσο η ζωή συνεχίζει να περιβάλλεται από θάνατο, τόσο ο θάνατος θα μεταβάλλεται σε παντοδύναμη αφορμή της, τόσο το όμορο και το ταυτόσημο θα εκπέμπει το αντιθετικό του σήμα στο διηνεκές. Επειδή δεν μπορεί αλλιώς. Και επειδή μαζί.

Με την αφορμή: O διαβατήριος σταθμός της λογοτεχνίας ήταν ανέκαθεν η αγάπη. Αυτή που μακροθυμεί, χρηστεύεται, ου ζηλοί, ου περπερεύεται, ου φυσιούται, ου ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν. Αυτή η αγάπη – ως αναγκαία και ικανή συνθήκη του μαζί, αλλά και ως εγκαταλειμμένη θρησκεία – βρίσκει το περιβάλλον της επώασής της στις ασύμβατες λέξεις του Επειδή μαζί. Βρίσκει, δηλαδή, το κοσμικό της αρχέτυπο, απαντώντας τον εαυτό της στον καθρέφτη.
Εκεί, μπορεί πλέον, ως ανοιγμένη φλέβα, να ασκήσει το μοναχικότερο των καθηκόντων της: το χρέος της κραυγής. Μιας και τις απορίες για τη ζωή θα τις λύσουν τελικά τα φαντάσματα.

                                                                                                   Σταύρος Σταυρόπουλος

(Κείμενο του Σταύρου Σταυρόπουλου από το Επίμετρο της έκδοσης)

Η Μαρία Χρονιάρη γεννήθηκε στην Αθήνα και κατάγεται από τα Ανώγεια της Κρήτης. Σπούδασε τηλεόραση, έκανε σεμινάρια σκηνοθεσίας και εργάζεται ως οπερατέρ.

Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή Εκεί που αλλάζω ζωές, εκδ. Απόπειρα. Στο θέατρο έχει σκηνοθετήσει την παράσταση της ομάδας IlluminArti, Το ροκ που παίζουν τα μάτια σου, από το ομώνυμο βιβλίο του Σταύρου Σταυρόπουλου.

Το Επειδή μαζί είναι το δεύτερο βιβλίο της.

Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2012

ΕΠΕΙΔΗ ΜΑΖΙ


Έξω στο δρόμο, οι άνθρωποι μοιάζουν με λίμνη. Νερένιοι, υγροί. Θέλω να πλησιάσω· όμως το σπίτι και μαζί κι εγώ, όσο πάμε και λιγοστεύουμε. Κάποτε, το σπίτι αυτό ήταν νησί. Μια ατέλειωτη κόκκινη παραλία. Ένας λύκος μια φορά, μου ‘χε χαρίσει το κέλυφος από ένα νεκρό σαλιγκάρι.

Οι άνθρωποι είναι λάθη. Ασύμμετρα όνειρα ευσεβών πόθων. Διεκδικούν το αναλλοίωτο στις γωνίες των ματιών μου. Ξεβράζουνε πίσσα και την προσφέρουν για θάλασσα. Ολάνθιστη θάλασσα ξεχασμένων τοπίων. Σπυρί σπυρί τσιμπούν τα κομμάτια μου. Διαμελίζουν αόρατα το γενετικό υλικό μου. Όμως εγώ, για σένα γελάω. Κι η Νάξος που αγάπησα, για σένα υπάρχει.

Μια φορά κι ένα καιρό ήταν ένα παραμύθι. Μια ιχνηλασία φωτός που δεν ήθελε να απεκδυθεί. Εκείνο που της πρόσταζε ο χρόνος. Αυτό που οι άνθρωποι δεν χωρούσαν. Κι έτσι από τότε η αγάπη πάντα προδίδει την πατρίδα της.

Σχεδόν τέλεια. Σχεδόν εξ' αμέλειας.



(από το βιβλίο μου, "ΕΠΕΙΔΗ ΜΑΖΙ", εκδ. Απόπειρα 2012, που κυκλοφόρησε σήμερα)