Φωτογραφία: Άννα Μαρινάκη
Συνέντευξη στην Εύα Κακλειδάκη, μια εβδομάδα πριν από την πρεμιέρα της παράστασης "Αγέννητη γη" στο Θέατρο ΜΠΙΠ.
Η Αγέννητη Γη που κυκλοφορεί από τις
εκδ. Σοκόλη, είναι η τρίτη σου ποιητική συλλογή. Γιατί επέλεξες αυτό το βιβλίο να
ανέβει στη θεατρική σκηνή και πώς προέκυψε η ιδέα να γίνει θεατρικό;
Η Αγέννητη γη είναι η τρίτη μου
προσωπική ποιητική συλλογή, γιατί υπάρχει και άλλη μία συμμετοχή μου σε συλλογική.
Και είναι το πιο αγαπημένο μου από τα συνολικά πέντε βιβλία μου. Για να είμαι
απόλυτα ειλικρινής, το βιβλίο ουσιαστικά επέλεξε να γίνει το ανέβασμα όχι εγώ. Στις
σελίδες του υπάρχουν 58 ποιήματα, όπου το καθένα λέει μία ιστορία και όλα μαζί,
διηγούνται την προσωπική μου αλήθεια. Τα όσα βίωσα, τον τρόπο με τον οποίο τα
αντιμετώπισα και στάθηκα απέναντί τους και την κατάληξη. Να βγω δυνατή και
γεμάτη ζωή και να προχωρήσω. Μια απάντηση σε πολλά και πολλούς. Οφειλόμενη και
απολύτως αδιαμφισβήτητη.
Όσον αφορά το ανέβασμά του στη σκηνή,
να σου πω ότι πρόκειται για έναν καθαρά θεατρικό μονόλογο, βασισμένο όμως στα
ποιήματα. Το κείμενο προέκυψε έπειτα από πολλή και δύσκολη πνευματική εργασία,
καθώς έπρεπε να κάνω τη σωστή επιλογή ποιημάτων, να τα αποκόψω από το κυρίως
σώμα τους, να τα ενώσω με άλλα και να τα αναδιαμορφώσω σε πεζό λόγο,
διατηρώντας όμως τον λυρισμό, τη μουσικότητα και το μέτρο τους. Έγραψα
ουσιαστικά ένα νέο βιβλίο.
Όπως προανέφερα, η Αγέννητη γη ήταν
εκείνη που έκανε την επιλογή να ανέβει
στο θέατρο και με οδήγησε στη μεταφορά της. Η ιδέα γεννήθηκε όταν κατάλαβα πως
όσα εκτυλίσσονται ως ζωή και ιστορία ανάμεσα στις γραμμές της, ήταν τόσο
αυτόνομα αλλά συνάμα τόσο δεμένα μεταξύ τους, που μου έδιναν την δυνατότητα να
χτίσω στη σκηνή το περιβάλλον της.
Ποιες προκλήσεις αντιμετωπίζεις
σκηνοθετώντας το βιβλίο σου;
Είναι η δεύτερη φορά που σκηνοθετώ
βιβλίο στο θέατρο. Η πρώτη ήταν το 2011, όμως εκεί είχα να κάνω εξ αρχής με πεζογραφία.
Και φυσικά δεν είχα καμία εμπλοκή όσον αφορούσε το γράψιμό του. Είναι στη φύση
μου να προκαλώ τις προκλήσεις, να τις γεννώ αν θες με κάποιο τρόπο. Δημιουργώ
το κίνητρο για να με πηγαίνω πνευματικά αλλά και συναισθηματικά ένα βήμα
παραπέρα. Το μικρόβιο της τέχνης δεν με αφήνει να κάτσω ήσυχη και το ευχαριστώ!
Εν προκειμένω έπρεπε να αντιμετωπίσω το
κείμενο αποκομμένη συναισθηματικά από αυτό,
σαν μια ιστορία που έχει συμβεί σε
κάποιον άλλο και της εμφυσώ ζωή επί σκηνής. Αρχικά έκανα μια πολύ μεγάλη
συζήτηση με τον εαυτό μου, σχετικά με το κατά πόσον μπορώ να σταθώ επάξια
απέναντι σε αυτό και να το αντιμετωπίσω απόλυτα επαγγελματικά, όπως θα έκανα με
οποιοδήποτε άλλο γραπτό είχα μπροστά μου. Όταν πήρα το πράσινο φως από τα
συναισθήματα και το μυαλό μου, ήξερα πως μόνο εγώ μπορούσα να δώσω τις
πραγματικές διαστάσεις και το όλον του βιβλίου.
Από την πρώτη πρόβα μας με την ομάδα
μου δεν αντιμετώπισα κανένα πρόβλημα, γιατί όλα ήταν εντελώς και απόλυτα
ξεκάθαρα μέσα μου. Η σκηνοθέτης και η ποιήτρια ήταν το ίδιο αλλά ταυτόχρονα
διαφορετικό πρόσωπο. Κύριο και πρωταρχικό μου μέλημα ήταν και παραμένει, να
δοθεί στο κοινό η ουσία μέσα από την ερμηνεία, τις λέξεις και το στήσιμο. Να
μεταφερθεί η εσωτερική ατμόσφαιρα του κειμένου. Και πιστεύω πως το έχουμε
καταφέρει.
Πόσο εύκολο είναι να ανέβει στο
θεατρικό σανίδι μία ποιητική συλλογή;
Ειλικρινά θα σου απαντήσω πως δεν είναι
ούτε εύκολο αλλά ούτε και δύσκολο. Έχει να κάνει πιστεύω με τον άνθρωπο που
σκηνοθετεί, αλλά και το όραμα που γεννάει μέσα του, αυτό το οποίο διαβάζει.
Ίσως βέβαια να σου απαντώ έτσι, διότι εμπλέκομαι και στη γραφή και στη
σκηνοθεσία αυτής της παράστασης, που ενώ δεν είναι αμιγώς ανέβασμα ποιημάτων,
εν τούτοις βασίζεται σε αυτά.
Τι είναι αυτό που θες να
επικοινωνήσεις στο κοινό;
Θέλω να τους κάνω κοινωνούς της σφαγής που έχει
συντελεστεί σε αυτό το βιβλίο και που την αλήθεια της αλλά και τις πραγματικές
της διαστάσεις, μόνο εγώ τις γνωρίζω, όπως γράφω και σε ένα από τα ποιήματα. Μιας
σφαγής που καθημερινά συντελείται στις ζωές πολλών ανθρώπων και δεν μπορούν να
μιλήσουν γι’ αυτήν. Για την ψυχική, πνευματική, λεκτική και σωματική βία που
μπορεί να υφίστανται – ιδιωτικά ή δημόσια - και στέκονται με την αξιοπρέπεια
της σιωπής μόνοι τους, απέναντι στον όποιο δυνάστη τους. Από την έκδοσή του και
μέχρι και τώρα που μιλάμε Εύα, πολλοί αναγνώστες μου έχουν γράψει αλλά και δια
ζώσης μου έχουν πει, για το πόσο συγγενείς αισθάνονται με αυτά τα ποιήματα. Και
αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία για μένα.
Το κείμενο που προέκυψε είναι μια γυναίκα, που
αυτο-χειρουργείται μπροστά στον μαύρο καθρέφτη. Τον εξιλεωτή και αυτουργό της.
Το δικό της είδωλο έχει από καιρό μεταλλαχτεί σε κάτι ουδέτερο, ανάμεσα σε
εκείνον και εκείνη. Υπαρκτή και μη υφιστάμενη, διενεργεί την τελετουργία της
λύτρωσης. Στέκεται μπροστά του –και με την εξουσία του λύκου που επιβίωσε από
τις σφαίρες του κυνηγού– επιδεικνύει τις πληγές, τις συρραφές, τις τομές,
τρέμοντας μέσα της να μην ξαναματώσουν, θριαμβεύοντας για κάθε δευτερόλεπτο που
παραμένουν κλειστές. Τίκτει όλα εκείνα που επιμένουν, ουρλιάζοντας ζωή. Η Αγέννητη γη είναι μια Μαρία, που δεν
γεννήθηκε ακόμη, που ήδη έζησε όσα θα ζήσει, μετά τη γέννησή της.
Η Αγέννητη
γη, ήταν μια γυναίκα που μίλαγε ποιήματα.
Δε βλέπουμε συχνά ποιητικές συλλογές
να παίζονται στο θέατρο. Γιατί πιστεύεις ότι συμβαίνει αυτό;
Είναι αλλιώς να θέτεις επί σκηνής ένα
ηθοποιό και να τον καλείς να ερμηνεύσει πρόζα, αλλιώς σε θεατρικό αναλόγιο και
εντελώς διαφορετικό να τον οδηγείς να υποδυθεί έναν ρόλο, που προκύπτει από τις
λέξεις ενός ποιήματος. Γιατί η ποίηση είναι παλμός, είναι αιμορραγία του ποιητή
και μέσω των λέξεων μεταφέρει συναισθηματικά αυτή τη ροή αίματος. Είναι τόπος
ζωής και πληγής η ποίηση. Σωματοποιεί τον ψυχικό πόνο με τρόπο τόσο λιτό μα
βαθιά ουσιαστικό, γιατί σε βάζει σε μονοπάτια
εσωτερικότητας πολλές φορές δίχως να το συνειδητοποιείς, τη στιγμή που
συμβαίνει. Δύσκολο είδος γραφής αλλά κατά την γνώμη μου το κορυφαίο.
Όπως σου είπα και πριν μου αρέσουν οι
προκλήσεις, οπότε ακόμη κι αν δεν ήταν δικό μου θα τολμούσα τη μεταφορά, γιατί
προέρχομαι από την πλευρά του ποιητή. Και έχω σπουδάσει εικόνα και σκηνοθεσία.
Βρίσκομαι σε όλο το φάσμα ενεργά μέσα σε αυτό. Φυσικά παίζει σπουδαίο και
σημαντικό ρόλο, να βρεις τον κατάλληλο ηθοποιό, να υπάρξει αμοιβαία
εμπιστοσύνη, κοινό όραμα και να βρεθεί ο τρόπος μέσω του οποίου θα γίνει η
μεταφορά, δίχως στο παραμικρό να χάσει ή να εκπέσει η ουσία των ποιημάτων. Και
είμαι πολύ ευγνώμων στην ηθοποιό Μαρία Μπούρλη, που από την πρώτη στιγμή
συναισθάνθηκε, κατανόησε και με πολλή μεγάλη προσήλωση και δική της εσωτερική
δουλειά, κατάφερε να αποδώσει με σαφήνεια αυτό που είχα στο μυαλό μου. Και
φυσικά ευγνώμων και στην μουσικό μου επί σκηνής Σοφία Κάκκου, που έχει έναν
πολύ ιδιαίτερο και εξίσου σημαντικό και πρωταγωνιστικό ρόλο να φέρει εις πέρας.
Aν σου ζητούσα να περιγράψεις με τρεις λέξεις τη
συγκεκριμένη δουλειά σου ποιες θα ήταν αυτές;
Εύα μου θα σε στεναχωρήσω, γιατί δεν
μπορώ να βρω όχι τρείς αλλά ούτε περισσότερες, για να μπορέσω να σου περιγράψω αυτό
που έχουμε δημιουργήσει. Είναι τόσο βαθύ μέσα μου και τόσο απύθμενα πηγαίο, που
ό,τι και αν πω ή γράψω, νιώθω πως θα το μικρύνω. Και δεν του αξίζει.
Ο Τζον Γουέιν έχει πει πως «η ποίηση
σε σχέση με την πρόζα είναι ό,τι ο χορός σε σχέση με το περπάτημα». Ποια είναι η γνώμη σου;
Αλήθεια έχει πει κάτι τέτοιο; Δεν το
γνώριζα, αλλά θα συμφωνήσω. Παιδιόθεν η ποίηση με τραβούσε σαν μαγνήτης από το
κέντρο της ψυχής μου. Ήταν και παραμένει για μένα ο ομφαλός της γης. Ασκούσε
επάνω μου μια μαγική δύναμη και με έκανε να δραπετεύω σε σύμπαντα. Μου
τραγουδούσαν οι λέξεις της κάτι, που μόνο εγώ μπορούσα να ακούω. Και παρότι
γράφω και πεζά και έχω εκδώσει και συλλογή πεζών κειμένων, τις νότες της ψυχής
μου μόνο η ποίηση μπορεί να τις αποδώσει. Αν δεν ήταν η ποίηση και η μουσική,
νιώθω πως δεν θα μπορούσα να βρω εύκολα τη θέση μου σε αυτόν τον κόσμο.
Αν μου επιτρέπεις πριν κλείσουμε, θα
ήθελα και δημόσια να ευχαριστήσω την UNESCO Πειραιώς και Νήσων
και τον Ε.Π.Ο.Κ. (Ελληνικός Πολιτιστικός Όμιλος Κυπρίων) που μου κάνουν την
μεγάλη τιμή να έχουν υπό την αιγίδα τους την παράσταση. Τις Εκδ. Σοκόλη και
ιδιαίτερα την εκδότριά μου Αθηνά Σοκόλη, που από την πρώτη στιγμή που πήρε στα
χέρια της τα ποιήματα τα αγάπησε, και όχι μόνο με συμπεριέλαβε στην σπουδαία
αυτή εκδοτική οικογένεια, αλλά στέκεται πάντα δίπλα σε κάθε εγχείρημά μου, με
πίστη και σεβασμό σε μένα. Αυτό μου δίνει τη δύναμη να συνεχίζω. Ένα μεγάλο
ευχαριστώ στο Θέατρο ΜΠΙΠ και την Χριστίνα Χριστοφή, στον φωτογράφο Μανόλη Μπαρδάνη
για τις φωτογραφίες, τον αγαπημένο μου, επίσης φωτογράφο Χάρη Τσιλόπουλο για
την φωτογραφία του εξωφύλλου του βιβλίου αλλά και της αφίσας. Τον υπέροχο
μουσικό και καλό μου φίλο Once Upon A Winter - κατά κόσμον Ηλία Κακάνη, για την χαρά και την τιμή να έχω δική του
μουσική αποκλειστικά για την παράσταση και όλους τους χορηγούς επικοινωνίας που
μας στηρίζουν. Τέλος ευχαριστώ τις δύο υπέροχες γυναίκες - που δίχως αυτές
τίποτα δεν θα μπορούσε να είχε γίνει -
την ηθοποιό Μαρία Μπούρλη και τη μουσικό επί σκηνής Σοφία Κάκκου για την
εμπιστοσύνη που μου έδειξαν και την άριστη συνεργασία μας. Είμαι ευγνώμων σε
όλους και όλες.
Φωτογραφίες: Χάρης Τσιλόπουλος, Μανώλης Μπαρδάνης
Διαβάστε κι εδώ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου